Μιλήσαμε με τη σκηνοθέτρια για την ταινία «Animal», το βραβείο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και το αφήγημα του «Ζήσε τον μύθο σου στην Ελλάδα»
Τον περασμένο Νοέμβριο έγινε η πρώτη γυναίκα Ελληνίδα σκηνοθέτρια που κερδίζει τον Χρυσό Αλέξανδρο του Διεθνούς Διαγωνιστικού Τμήματος στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Πριν από 32 χρόνια το κορυφαίο μας κινηματογραφικό φεστιβάλ έπαψε να είναι αποκλειστικά εγχώρια υπόθεση κι άνοιξε τις πόρτες του στους ξένους δημιουργούς. Το εν λόγω βραβείο είχε κερδίσει ο Σωτήρης Γκορίτσας στο φεστιβάλ του 1993 με το «Απ’ το χιόνι», ο οποίος έγινε ο πρώτος Έλληνας σκηνοθέτης που το καταφέρνει αλλά από τότε είχαμε εγχώρια… λειψυδρία. Μέχρι που ήρθε η ώρα της Σοφίας Εξάρχου και του «Animal».
Αλήθεια, όταν παρελάμβανες το βραβείο, είχες συνειδητοποιήσει την ιστορική σημασία της εν λόγω βράβευσης;
Για να είμαι ειλικρινής όχι. Δεν ήξερα ότι είχε τόσο καιρό να πάρει Έλληνας σκηνοθέτης τον Χρυσό Αλέξανδρο. Από τότε που πήγαινα στη Θεσσαλονίκη ως φοιτήτρια στη σχολή κινηματογράφου θυμόμουν ότι δεν είχε πάρει κάποιος Έλληνας το εν λόγω βραβείο, αλλά δεν ήξερα ότι ήταν τόσο παλιά η βράβευση του Γκορίτσα. Το έμαθα εκείνη τη βραδιά όταν το ανακοίνωσαν.
Είναι κλισέ η ερώτηση, αλλά μπορείς να μας περιγράψεις πώς ένιωσες εκείνη τη στιγμή;
Ήταν κάπως περίεργα τα συναισθήματα. Φυσικά και ένιωσα μια κάποια συγκίνηση ανάμεικτη με περηφάνια καθώς έχει ξεχωριστή σημασία να βραβεύεσαι στη χώρα σου, εκεί δηλαδή που ζεις και εργάζεσαι. Εκεί που βρίσκονται όλοι οι συνεργάτες και οι φίλοι σου. Και ήταν πολύ συγκινητικό που εκείνη τη βραδιά βρίσκονταν στην αίθουσα πολλοί από τους συνεργάτες του φιλμ. Έτσι μπόρεσα να μοιραστώ τούτη τη χαρά μαζί τους. Αυτό πάντως που είπα τη στιγμή που παραλάμβανα το βραβείο ήταν η μεγαλύτερη αλήθεια: το φεστιβάλ ήταν για μένα όλα αυτά τα χρόνια ένα μεγάλο σχολείο. Το να φτάνω λοιπόν σε αυτό το σημείο, να βραβεύομαι δηλαδή σε αυτόν τον αγαπημένο μου χώρο, ήταν ένα πολύ παράξενο συναίσθημα. Ήταν πολύ ιδιαίτερο.
Όταν καταλάγιασε κάπως ο ενθουσιασμός του βραβείου, στις συζητήσεις σας, δεν αναρωτηθήκατε ποιοι ήταν οι λόγοι που δεν είχε κερδίσει τόσο καιρό ένας Έλληνας σκηνοθέτης τον Χρυσό Αλέξανδρο;
Ήταν τόσο μεγάλη η χαρά μας που δεν το σκεφτήκαμε καν. Οι απορίες ακολούθησαν μετά από αρκετές ώρες, αλλά και πάλι δεν βρήκαμε τις απαντήσεις.
Το «Animal» ήταν ο πρώτος τίτλος που επέλεξες για το φιλμ ή υπήρχαν κι άλλες εναλλακτικές;
Από την αρχή αυτός ήταν ο τίτλος που είχαμε επιλέξει. Για την ακρίβεια πρώτα καταλήξαμε στη λέξη anima που στα λατινικά σημαίνει ψυχή. Η λέξη ανιματέρ προέρχεται από αυτή και ουσιαστικά σημαίνει εμψυχωτής, αυτός που δίνει ενέργεια, ψυχή στο κοινό. Οπότε αυτό σκεφτόμουν αλλά μετά ήρθε η ιδέα με το l (animal) στο τέλος, όπου η ψυχή μετατρέπεται σε ζώο. Οπότε επιλέχτηκε αυτός ο τίτλος γιατί περιγράφει εύστοχα τις συνθήκες αυτού του σύμπαντος, αλλά και τον αγώνα που δίνουν οι πρωταγωνιστές για να καλύψουν την απόσταση ανάμεσα στο anima και το animal. Πράγμα που φαίνεται και στο τέλος του φιλμ όταν φεύγει από τον τίτλο «Animal» το l και μένει η ψυχή (anima).
Από την δόξα των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 που ήταν το θέμα στο «Park», της πρώτης σου ταινίας, στην αιώνια λάμψη του «ελληνικού καλοκαιριού». Φαίνεται ότι δεν σε αγγίζει το αφήγημα του «Ζήσε τον μύθο σου στην Ελλάδα».
Νομίζω ότι είναι κάτι που μας κυνηγάει σαν λαό. Αυτή η προσκόλληση στο παρελθόν και η ανάγκη να το αναβιώσουμε με λάμψεις, καθώς και το πώς αυτό σχετίζεται με το σήμερα –η αδυναμία μας δηλαδή να μιλήσουμε για το τώρα– είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ. Και για αυτόν τον λόγο τοποθέτησα τον τουρισμό στο κέντρο της ιστορίας επειδή είναι πλέον μέρος της ταυτότητάς μας, εκτός από τον τομέα της πιο «βαριάς βιομηχανίας» στη χώρα μας.
Υπάρχει κάποια σκέψη για μορφή τριλογίας με θέμα τη σύγχρονη Ελλάδα;
Όχι, αν και όταν έγραφα το σενάριο και ξεκίνησα από την ιδέα της εργασίας θέλοντας να μιλήσω για τα εργασιακά δικαιώματα γενικότερα στη Δύση και για τον καπιταλισμό, δεν είχα συνειδητοποιήσει τον συσχετισμό ανάμεσα στο «Park» και το «Animal». Αυτό συνέβη μόνο όταν αντιλήφθηκα ότι και πάλι περιγράφω ένα σόου, μια φιέστα και τι ακριβώς κρύβεται πίσω από αυτήν.
Όταν άρχισες να γράφεις τις ιστορίες για τα κεντρικά πρόσωπα του έργου σου, έκανες κάποιου είδους έρευνα γύρω από τις εργασιακές συνθήκες στον τουρισμό;
Ναι και με σόκαραν τα στοιχεία που βρήκα, όχι τόσο για τα οικονομικά δεδομένα –το πόσο μεγάλος πληθυσμός εργάζεται το καλοκαίρι σε τουριστικές επιχειρήσεις είναι κάτι που όλοι το γνωρίζουμε–, αλλά κυρίως για τις συνθήκες στις οποίες αναγκάζονται να εργάζονται οι περισσότεροι εποχιακοί εργάτες, όχι μόνο οι ανιματέρ, που είναι κυριολεκτικά απάνθρωπες. Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα που μόνο τα τελευταία δύο χρόνια άρχισε να αναδεικνύεται από τα ΜΜΕ και να συζητιέται. Αυτό πραγματικά με σόκαρε: οι συνθήκες όπου ζουν και λειτουργούν οι εργαζόμενοι, τα εξαντλητικά ωράρια, τα χαμηλά μεροκάματα κ.λπ. Η δομή αυτού του συστήματος και ειδικά των ξενοδοχείων που παρέχουν αυτές τις ανέσεις και τις σπέσιαλ παροχές προς τους επισκέπτες τους σε βάρος των εργαζομένων ήταν εκείνο που αγνοούσα και το ανακάλυψα μέσω της έρευνάς μου για το «Animal».
Έχει ενδιαφέρον που επέλεξες να δείξεις την παραπάνω συνθήκη μέσα από το βλέμμα της ηρωίδας σου –η Βλεγκοπούλου είναι συγκλονιστική στην ερμηνεία της– και των συναδέλφων της, κι όχι από την πλευρά των αφεντικών τους. Το έκανες για να αποφύγεις την παγίδα της εύκολης καταγγελίας;
Όχι. Ακόμη κι αν έβαζα στην ιστορία κάποιους εργοδότες ή διευθυντές, δεν φοβόμουν μήπως η ταινία γίνει εύκολη καταγγελία επειδή ήταν συγκεκριμένη η αφήγηση που ακολουθούσαμε. Ήθελα πρωταγωνιστής της ταινίας να είναι το ίδιο το σύστημα κι όχι να το προσωποποιήσω. Όχι δηλαδή να υπάρχει ο κακός με τον οποίο συγκρούονται οι ήρωές μου –ναι, η Δήμητρα δίνει όντως μια απίστευτη ερμηνεία–, αλλά ότι πίσω από την ιστορία αυτών των ανιματέρ κρύβεται κάτι πιο μεγάλο. Ένα ολόκληρο σύστημα και η δομή του.
Δεν σε δυσκόλεψε αυτό;
Η αλήθεια είναι ότι με δυσκόλευσε στη συγγραφή του σεναρίου επειδή είναι πιο εύκολο να δημιουργήσεις ξεκάθαρες συγκρούσεις ή αναγνωρίσιμους χαρακτήρες –τι πιο εύκολο από το να βάλω έναν κακό εργοδότη που ασκεί μοχλό πίεσης στους εργαζομένους του;– από το βάλεις μια μεγαλύτερη ιδέα πάνω από τις ζωές των ηρώων σου.
Η συνέντευξη δόθηκε στον Κωνσταντίνο Καϊμάκη
και δημοσιοεύτηκε στον ιστοσελίδα athensvoice.gr