Fixer παλαιάς κοπής του οργανωμένου εγκλήματος φοβάται πως θ’ αντιμετωπίσει πρόβλημα όταν ο τελευταίος του στόχος μένει… χωρίς κεφάλι, άρα μπορεί να προκύψει αδύνατη η ταυτοποίηση του πτώματος! Η πρώην σύντροφός του καλείται να εντοπίσει χαρακτηριστικά σημάδια στο σώμα του μακαρίτη, ενώ στο παρασκήνιο μαίνεται μακελλειό αντίπαλων συμμοριών.
Με μεγάλη πείρα στο είδος της περιπέτειας, αλλά έχοντας χάσει το «knack» που είχε μέχρι το 2010 (και το «Salt»), ο Φίλιπ Νόις κάνει ένα ενδιαφέρον comeback στο crime θρίλερ με ελεγειακούς τόνους αλλαγής εποχών, ηθικών κανόνων και αφεντικών στα παράνομα κυκλώματα. Ο «Γρήγορος Τσάρλι» παίρνει μπρος σταδιακά, όμως, η αίσθηση της βιασύνης να «ολοκληρώσει» σ’ ένα ενενηντάλεπτο αφήνει μια αίσθηση αγγαροδουλειάς, με το τετριμμένο της πλοκής και την αστοχία ανάπτυξης των κεντρικών χαρακτήρων να… προλαβαίνουν να πλήξουν το όλο εγχείρημα.
Ο Τσάρλι Σουίφτ, μόνος κι έρημος στη ζωή, έχει για «οικογένεια» τα μέλη μιας γηραιάς συμμορίας που ελέγχει μια ολόκληρη περιοχή στο Μισισίπι. Σχεδόν σε απόσυρση, αν και αποτελεσματικότατος ακόμη, δεν αντιλαμβάνεται τον κλοιό μιας νέας γενιάς «κληρονόμων» του οργανωμένου εγκλήματος να σφίγγει γύρω του και να απειλεί ν’ αλλάξει την ηγεσία στα λημέρια του.
Στην τελευταία του αποστολή εκτέλεσης ενός στόχου που δεν σέβεται και ενοχλεί την «οικογένεια», ο νεαρός και πρωτάρης βοηθός του κάνει το λάθος να «εξαφανίσει» το κεφάλι του θύματος (χρησιμοποιώντας λάθος δοσολογία στον εκρηκτικό μηχανισμό που του παρέδωσε…), με αποτέλεσμα ο Τσάρλι να πρέπει να βρει τρόπο ταυτοποίησης του πτώματος, ώστε να πληρωθεί για τη δουλειά. Στην πορεία, θα αποκαλυφθεί πως κάποιοι την είχαν στημένη στον Τσάρλι, ο οποίος συνειδητοποιεί αργά πως η εντολή να εξολοθρεύουν όλα τα μέλη της «οικογένειάς» του έχει ήδη τεθεί σε λειτουργία. Μοναδικός του σύμμαχος, πια, η πρώην σύντροφος του μακαρίτη, μια καπάτσα ταριχεύτρια που θέλει την ησυχία της, όσο και τα χρήματα που είχε κρύψει εκείνος και, πλέον, αναζητούνται από τους πάντες.
Η φάση «surviving the game» εξελίσσεται ικανοποιητικά, όμως, το story δεν έχει γερές βάσεις για να υποστηρίξει κάτι παραπάνω. Το «ρομαντικό» στοιχείο ανάμεσα σε εκτελεστή και ταριχεύτρια προστίθεται αρκετά προβλέψιμα και στέκει κυρίως επειδή ο Πιρς Μπρόσναν και η Μορένα Μπακαρίν το χειρίζονται με επαγγελματισμό και βγάζουν μια «χημεία»… αντιθέσεων που καταλήγει σε κάτι σωστά ισορροπημένο. Το σενάριο είναι που αδικεί αρκετά την όλη απόπειρα, καθώς δεν έχει «χτιστεί» (και) κανένα αναλυτικό background ή δεν έχει στηθεί ένα «χάρτης» δράσης των συμμοριών της περιοχής που πληρώνουν τις αντιπαλότητές τους με αίμα. Ενίοτε, το φιλμ φανερώνει και μια κάποια ευθύνη στη χαλαρότητα της σκηνοθεσίας του Νόις, κάνοντάς σε να φαντάζεσαι πόσο πιο λειτουργικός θα ήταν στη θέση του ένας Σαμ Πέκινπα ή έστω κι ένας Γουόλτερ Χιλ. Ναι, κατά βάθος, ο «Γρήγορος Τσάρλι» (θα) είχε μια τόσο old-fashioned και στιβαρή σε action και βία δυναμική.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Το crime το παλιακό, το τίμιο, που ενίοτε σε γαντζώνει και το παρακολουθείς (βοηθά αρκετά και ο παράγοντας της μικρής διάρκειας), αλλά δεν έχει δουλευτεί με όρους αξιομνημόνευτου. Περιλαμβάνει την τελευταία εμφάνιση του Τζέιμς Κάαν στη μεγάλη οθόνη, αφορμή για ενδεχόμενο μελλοντικό cult status.
Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr