Οι σκληρές συνθήκες εργασίας που ορίζει ένα πέρα για πέρα πατριαρχικό περιβάλλον, «ειδωμένες» μέσα από το βλέμμα της Ραμόνα, μιας δυναμικής αλλά συγχρόνως τρωτής γυναίκας (παθιασμένη η ερμηνεία της Μαρία Βάσκεζ) αναμειγνύονται με μια «ντοκιμαντερίστικης» αισθητικής ακτινογραφία ζωής σε μια παραθαλάσσια κωμόπολη της Γαλικίας. Αυτός είναι ο κόσμος της πρώτης μεγάλου μήκους μυθοπλασίας του Αλβαρο Γκάγκο που μάλιστα την γύρισε στον τόπο καταγωγής του, τον οποίο, προφανώς, γνωρίζει πάρα πολύ καλά.
Ωστόσο, η επιτυχία της ταινίας και ο λόγος της διεθνούς απήχησης που αποκτά, είναι ότι ξεφεύγει από την εντοπιότητα • η παραθαλάσσια κωμόπολη που βλέπουμε στην ταινία, θα μπορούσε να βρίσκεται σε οποιαδήποτε χώρα της σημερινής Ευρώπης. Το φιλμ έχει γρήγορο ρυθμό, το νιώθεις σχεδόν να λαχανιάζει όπως ακριβώς λαχανιάζει η Ραμόνα προσπαθώντας να ξεπεράσει τα απανωτά εμπόδιά της ζωής της, διατηρώντας συγχρόνως την αξιοπρέπειά της.
Η κάμερα τρέχει όπως τρέχει και η Ραμόνα, όπως τρέχουμε κι εμείς πίσω από την Ραμόνα σε αυτή την γυναικεία οδύσσεια που βέβαια, αποκτά έντονο πολιτικό χαρακτήρα, όπως όμως και άλλες «γυναικείες» ταινίες με το ίδιο θέμα που έχουν προηγηθεί, από την γαλλική «Full Time» του Ερίκ Γκραβέλ με τη Λορ Καλαμί μέχρι την επίσης ισπανική «Στα άκρα» του Χουπάν Ντιέγκο Μπότο με την Πενέλοπε Κρους.
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr