Ένας καθηγητής πανεπιστημίου γίνεται διάσημος από τη μια μέρα στην άλλη, όταν όλος και περισσότερος κόσμος αρχίζει να τον βλέπει στα όνειρά του.
Κοινωνική σάτιρα που προσφέρει εύκολα μία από τις καλύτερες ερμηνείες στην καριέρα του Νίκολας Κέιτζ, ο οποίος εδώ είναι απολαυστικά νευρικός κι ανασφαλής ως σπασικλάκος καθηγητής, που βρίσκεται στο επίκεντρο μιας κατάστασης, η οποία άνετα θα μπορούσε να είναι γραμμένη από τον Τσάρλι Κάουφμαν, σεναριογράφο μεταξύ άλλων των «Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς» («Being John Malkovich», Σπάικ Τζόουνζ, 1999) και «Adaptation» (Σπάικ Τζόουνζ, 2002)- το δεύτερο επίσης με πρωταγωνιστή τον Κέιτζ.
Γραμμένη από τον σκηνοθέτη Μπόργκλι, η ταινία σατιρίζει την εποχή της πολιτικής ορθότητας και την κουλτούρα της ακύρωσης ως φαινόμενα κατασκευασμένα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης.
Κι ενώ ομολογουμένως συνθέτει μια πολύ ευφάνταστη αλληγορία για τη δημιουργία και διάδοση εντυπώσεων, καθώς και την αυθαίρετη μετατροπή τους σε γεγονότα, τελικά υπονομεύει τη σάτιρά της ακριβώς επειδή αυτή μοιάζει μονόπλευρη κι έξω από το κακοποιητικό πλαίσιο που τη γέννησε εξαρχής.
Με το να σκιαγραφεί δηλαδή τον Πωλ ως έναν αδιαμφησβήτητα αθώο κι αδικημένο χαρακτήρα, μοιάζει όχι απλώς να παραβλέπει, αλλά και να εξωραΐζει την άλλη πλευρά του ζητήματος που καυτηριάζει. Σαν δηλαδή η κουλτούρα της ακύρωσης να προέκυψε από το πουθενά και σαν όλα τα θύματά της να είναι απλώς αντικείμενα άδικης δυσφήμησης- κάτι που φυσικά δεν ισχύει, καθώς πολλά απ’ αυτά έχουν πρώτα αποδεδειγμένα κακοποιήσει άλλα άτομα, στην πλειοψηφία τους γυναίκες.