"Εξέλιξη (2023) του Περικλη Χούρσογλου"
Αρχίζει από σήμερα η πολυετής έρευνα που έχω εκκινήσει με στόχο την επισήμανση σε κάθε χρονιά εκείνων των εθνικών ταινιών που καταγράφουν συμπτώματα, τάσεις και νέα δεδομένα του κοινωνικού χώρου. Αυτά τα σημειώματα δεν έχουν με τίποτα τον χαρακτήρα της κλασικής κριτικής. Δεν έχει σημασία για μένα η καλή, κακή και μέτρια ταινία, αλλά πως, γιατί, και σε τι. Το σινεμά, ως ανθρωπιστική τέχνη, οφείλει να έχει τα αυτιά (και τα μάτια) ακριβώς στον κοινωνικό ιστό, στο σύμπαν, στον κόσμο. Η ελληνική κινηματογραφία στα τελευταία χρόνια «φώτισε» με κάθε τρόπο το μεταναστευτικό, την οικονομική κρίση, την συναισθηματική δυστοπία, το φαινόμενο του εγκλεισμού.
Εσωτερικές ματιές
Φέτος παρατηρώ σε πολλά φιλμ μια σαφή ανακατεύθυνση. Υποθέτω ότι αυτή δείχνει να είναι μια τάση και το βλέπω ως ενδοσκόπηση. Είναι μια οπτική για επιστροφή στο εσωτερικό του εαυτού μας, τους λογαριασμούς που δεν έκλεισαν, τις ενοχές που δεν διαλευκάνθηκαν, τις εξηγήσεις που δεν δόθηκαν. Οι ταινίες αυτές ανήκουν σε διάφορα κινηματογραφικά ρεύματα αλλά κατά βάση οδηγούν σε μια εσωτερική ματιά. Ανθολογώ φιλμ αυτοβιογραφίας, όπως η «Εξέλιξη» του Περικλή Χούρσογλου, οικογένεια όπως το «Πολύδροσο» του Αλέξανδρου Βούλγαρη, καθημερινότητα όπως το «ΜΕΤΣ», μεταφυσικού και φανταστικού όπως το ασπρόμαυρο «Tranzit» του Κάρολου Ζωναρά. Υπάρχουν ακόμα αντιπροσωπευτικά του λεγόμενου Weird Greece cinema, όπως η «Γυάλα» του Κώστα Φραγκούλη. Όχι πως δεν θα συναντήσουμε κι άλλου είδους ταινίες όπως την ρεαλιστική καταγραφή της σύγχρονης κοινωνίας όπως «Η νέα ήπειρος» του Παναγιώτη Παγουλάτου, αλλά εδώ μιλάμε για τάση.
Δημιουργική εσωστρέφεια
Φυσικά παντού θα συναντήσουμε την ανεργία, την άνοια, το τέλμα του γάμου, την αναζήτηση του νέου, αλλά παρατηρώ την ενδοσκόπηση στην πρώτη γραμμή. Φυσικά, για καθαρά διευκρινιστικούς λόγους, έχω δεί μόνο μέρος του συνόλου των φετινών εθνικών ταινιών και πιθανά αυτή η ένδειξη, η πρώτη καταγραφή να αλλοιωθεί. Παρόν και το κυπριακό σινεμά που πάντα ακολουθεί μια θετική πορεία. Κατά τα άλλα, παρακάμπτοντας το θέμα των κατασκευαστικών αξιών που βελτιώνονται συνεχώς, μένει να καταλήξω στα αποτελέσματα του διετούς αποκλεισμού από το covid 19. Θεωρώ πως οδήγησε πολλούς σκηνοθέτες μας σε βαθειά περισυλλογή, περίοδο αυτοκριτικής και εσωστρέφειας. Παρατηρώ π.χ. την πολύ συγκινητική και ειλικρινή διαχείριση των ανθρωπίνων και συγγενικών σχέσεων. Στην «Εξέλιξη» ουσιαστικά ο (τελικά) απών πατέρας λειτουργεί ως το μοτέρ της μυθοπλασίας, τη «σκανδάλη» της αφήγησης. Και ο Αλέξανδρος Βούλγαρης αντιμετωπίζει με πολύ τρυφερότητα και ευαισθησία την διαδικασία της σχέσης μιας καρκινοπαθούς μητέρας με την κόρη της.
Ζοφερά όνειρα
Τι άλλο, παρά λάθος, διαπροσωπικές σχέσεις εξετάζει το «Tranzit». Μετά θάνατον λοιπόν πατέρας και γιός διερευνούν τι τους συνέβη εν ζωή και έφθασαν εδώ, πως σκοτώθηκαν ή «αυτοκτόνησαν». Στο Weird Greece cinema «Γυάλα» ο Κώστας Φραγκούλης αντιμετωπίζει την καθημερινή ζωή ως ένα εφιαλτικό και ζοφερό όνειρο ή όραμα, σινεμά του «φανταστικού». Θεωρώ μάλιστα πως αυτό το φιλμ είναι άμεσα επηρεασμένο από το lock down. Κατά κάποιο τρόπο μου θύμισε τις συνθέσεις του Πολάνσκι και του πεσιμισμού με μια επιπρόσθετη αξία. Αν γνωρίζεις μπορεί και να διορθώσεις. Κι εδώ θίγεται ο βάλτος του γάμου εμμέσως ενώ είναι πιο ξεκάθαρος στο «ΜΕΤΣ». Το διαφορετικό σ΄ αυτό το φιλμ είναι η «λοξή» ματιά του στο γνωστά θέματα της αποξένωσης και αποστασιοποίησης. Είναι έξυπνα «πειραγμένο», σαφώς στυλιζαρισμένο και διαθέτει μια ελαφρά ονειρική δομή με σαφέστατη την ενδοσκόπηση.
Σχετικά με το σινεμά
‘Εχουμε να πούμε και να διαπραγματευτούμε ακόμα κι άλλα για τις φετινές ελληνικές ταινίες. Περισσότερο από διαίσθηση και εμπειρία νοιώθω πως κάτι καινούργιο γεννιέται στην κινηματογραφία μας. Μετά από οικονομική κρίση, πανδημία, ανεργία, τεχνητή ευδαιμονία, ηθική πτώση, πολιτική απογοήτευση, οι σκηνοθέτες μας στρέφονται απευθείας στο ίδιο το Μέσο, δηλαδή στο σινεμά. Δεν κάνουν σινεμά για το σινεμά αλλά σινεμά για την τιμή και την αξιοπρέπεια του σινεμά, για την γοητεία του να αφηγηθούν ό,τι τους συγκινεί ή τους ενδιαφέρει . Σ΄ αυτό το πλαίσιο κατατάσσω και την «Τελευταία ήπειρο», που μέσα από την κλασική και αναγνωρίσιμη αφήγηση, επιθυμεί να δώσει στο μάτι του θεατή ένα ερέθισμα που οικειοποιείται μεν το γνωστό αλλά και το ξεπερνάει. Και το κάνει για χάρη της κοινωνίας και του σινεμά μαζί.
Αλέξης Δερμεντζόγλου
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kemes.wordpress.com