Ο Τάικα Γουατίτι σκηνοθέτησε μια ταινία, η οποία τοποθετείται γεωγραφικά στη Γερμανία και χρονικά στην εποχή του ναζισμού και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μάλιστα ο ίδιος ο σκηνοθέτης, όπως λέει, έχει ζήσει στιγμές ρατσιστικής αντιμετώπισης στην πατρίδα του, εξαιτίας του χρώματος του δέρματός του. «Παραδοσιακά στη Νέα Ζηλανδία, υπήρχε προκατάληψη ενάντια σε όσους κατάγονταν από τη φυλή των Μαορί. Το έζησα και κατάφερα κατά κάποια έννοια να το ξεπεράσω», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Οι λόγοι λοιπόν που ο Γουατίτι επέλεξε να γυρίσει μια ταινία για το ναζισμό στη Γερμανία είναι προφανείς. Το γεγονός ότι η ταινία του είναι κωμωδία, ο ίδιος το εξηγεί λέγοντας πως «νιώθει πολύ άνετα να κάνει πλάκα στους ανθρώπους που πιστεύουν πως είναι έξυπνο να μισούν κάποιον για αυτό το οποίο είναι».
Μια κωμωδία, λοιπόν με θέμα το ναζισμό. Μια κωμωδία με πρωταγωνιστή το 10χρονο Τζότζο, ένα αγόρι που μεγαλώνει με τη μητέρα του στη Γερμανία εκείνης την άγριας εποχής και είναι φανατικό μέλος της ναζιστικής νεολαίας. Θαυμάζει τόσο πολύ τον Χίτλερ, ώστε τον βλέπει μπροστά του, σαν όραμα να έρχεται και να τον συμβουλεύει. Κάτι όμως ραγίζει μέσα του όταν ανακαλύπτει πως η μητέρα του, η οποία εμφανίζεται ως υποστηρίκτρια του ναζιστικού κόμματος, κρύβει στη σοφίτα μια νεαρή Εβραιοπούλα! Έτσι ο Τζότζο αναγκάζεται να δει με πιο καθαρό βλέμμα και την άλλη πλευρά ενώ μέσα του μαίνεται μια μεγάλη μάχη.
Ο νεοζηλανδός σκηνοθέτης με εξαιρετικά κωμικά ευρήματα αποδομεί τη ναζιστική ιδεοληψία και χρησιμοποιώντας το χιούμορ, αφαιρεί κάθε σοβαρότητα από τους χαρακτήρες των ναζί και τους παρουσιάζει ως καρικατούρες. Ακόμη κι όταν φαντάζουν φοβεροί, τρομεροί και απειλητικοί μπροστά στα μάτια του Τζότζο αυτό που στην ουσία τους χαρακτηρίζει, είναι η γελοιότητα.
Ο Γουατίτι, με γκροτέσκα και αρκετά φαντεζί σκηνοθεσία, αφηγείται με γλαφυρότητα και αναδεικνύει την ελαφρότητα μιας δήθεν ιδεολογίας η οποία αιματοκύλησε την ανθρωπότητα και, δυστυχώς, στις μέρες μας φαίνεται να κερδίζει οπαδούς.
Βέβαια μέσα από όλα αυτά τα κωμικά περιστατικά που βλέπουμε, ο σκηνοθέτης δεν μπορεί αλλά ούτε και το επιχειρεί, να πετύχει την απόλυτη αποδραματοποίηση, αφού δεν είναι δυνατόν να αποσιωπηθεί με σκηνοθετικά κόλπα ο τρόμος του ναζισμού και του πολέμου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το πώς παρουσιάζεται ο Αδόλφος Χίτλερ. Ο οποίος απομυθοποιείται εντελώς καθώς εμφανίζεται ως ένας δειλός, ανόητος φανατικός τύπος.
Η ταινία είναι μια συγκλονιστική ματιά στην ιδεοληπτική παράνοια του φασισμού και του ναζισμού. Ο σκηνοθέτης έχοντας επιλέξει να αφηγηθεί την ιστορία του μέσα από τα μάτια ενός παιδιού, αναδεικνύει το πώς οι τερατώδεις προπαγανδιστικοί μηχανισμοί, η συστηματική πλύση εγκεφάλου, μπορούν να δηλητηριάσουν και να γεμίσουν με μίσος τις αθώες παιδικές ψυχές.
Η ταινία έχει ψυχή, έχει δύναμη, έχει πάθος. Σατιρίζει την αγριότητα αλλά δεν την αντιμετωπίζει με ελαφρότητα αλλά πολύ σοβαρά. Και καταλήγει σε ένα φινάλε γεμάτο ελπίδα και φως, για το ό,τι τελικά το Καλό θα νικήσει!
Μαύρη κωμωδία, κωμική αλληγορία, πολιτική ταινία, διασκέδαση και προβληματισμός, σκοτάδι και χρώμα, μίσος και αγάπη όλα αυτά μαζί μπαίνουν στο σκηνοθετικό μίξερ του Τάικα Γουατίτι. Και το αποτέλεσμα είναι μια ταινία χάρμα ειδέσθαι, μια ταινία που θα αγαπήσετε και θα κρατήσετε βαθιά μέσα στην καρδιά σας.
Στράτος Κερσανίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα stokokkino.gr