Μενού

CORPUS CHRISTI - Νίνος Φένεκ Μικελίδης

Ποιος πιστεύει αληθινά και ποιος μιμείται, είναι το ερώτημα που βάζει στη συναρπαστική αυτή τρίτη ταινία του ο Πολωνός σκηνοθέτης Γιαν Κομάσα. Ταινία που καταπιάνεται ακόμη και με την τιμωρία, τη συγχώρεση και τη λύτρωση, μέσα από την ιστορία (βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα) ενός 20χρονου εγκληματία που, εγκαταλείποντας το αναμορφωτήριο για μια ανιαρή (κι επικίνδυνη) δουλειά σε εργοστάσιο ξυλείας, και θέλοντας να υλοποιήσει την επιθυμία του να γίνει κληρικός, φοράει ένα κλεμμένο ράσο και αναλαμβάνει να αντικαταστήσει προσωρινά τον άρρωστο ιερέα μιας απομακρυσμένης κωμόπολης.

eftixia1

Άνθρωπος συνηθισμένος στη βία (στην αρχή τον συναντάμε να κρατάει τσίλιες ενώ άλλοι νεαροί εγκληματίες κακοποιούν συνάδελφό τους στο αναμορφωτήριο), ο νεαρός Ντάνιελ ξεκινάει αρχικά την καριέρα του ως ιερέας για να εντυπωσιάσει ένα κορίτσι που συναντά στο δρόμο του. Όταν όμως οι κάτοικοι της κωμόπολης πείθονται πως ο Ντάνιελ είναι πράγματι ιερέας, ο Ντάνιελ (τώρα πατήρ Τόμας) βρίσκει την ευκαιρία να πραγματοποιήσει ένα όνειρο που δεν του επέτρεπε η εγκληματική δράση του.

Αρχικά ο Ντάνιελ χρησιμοποιεί κείμενα από τα κηρύγματα του ιερέα του αναμορφωτηρίου καθώς και αποσπάσματα από την Αγία Γραφή, σταδιακά όμως ο Ντάνιελ αρχίζει να μιλάει στους πιστούς απευθείας από την καρδιά του, με απλά λόγια που βοηθούν και εμπνέουν τους κατοίκους, οι οποίοι γρήγορα αρχίζουν να γεμίζουν τη μέχρι τότε σχεδόν άδεια εκκλησία. Σε σημείο μάλιστα να βρίσκει τρόπους να αντιμετωπίσει την τραγωδία που έχει πλήξει τους κατοίκους (ένα αυτοκινητικό δυστύχημα όπου, μαζί με τον οδηγό, σκοτώθηκαν και οι επτά επιβάτες), τραγωδία που έχει οδηγήσει τους κατοίκους να εξοστρακίσουν τη γυναίκα του νεκρού οδηγού, θεωρώντας τον οδηγό υπεύθυνο για το θάνατό τους, απαγορεύοντας ακόμη και την ταφή του οδηγού στο νεκροταφείο τους.

eftixia1

Με μια πίστη και μια κλήση για να ακολουθήσει τα αληθινά διδάγματα της εκκλησίας, που του αρνείται η επίσημη εκκλησία, ο Ντάνιελ μου θύμισε τον Ναζωραίο του Μπουνιουέλ. Έναν απλό άνθρωπο (εδώ μάλιστα νεαρό εγκληματία), που αντιμετωπίζει τη θρησκεία αγκαλιάζοντας τη ζωή με τις χαρές της, τους χορούς και τα τραγούδια της, που θέλει να προσφέρει και να βοηθήσει τους συνανθρώπους του. Γεγονός που θα τον φέρει αντιμέτωπο με το μίσος και τα συμφέροντα (όπως ανακαλύπτουμε με τη στάση του δημάρχου). Γιατί, όπως σταδιακά ανακαλύπτουμε, η κοινωνία δεν ξέρει, ή δεν θέλει, να συγχωρεί.

Με μια τέλεια ελεγχόμενη σκηνοθεσία, με εξαιρετική φωτογραφία από τον Πιότρ Σομποτσίνσκι, και πάνω απ’ όλα μια εκπληκτική ερμηνεία από τον νεαρό Μπάρτος Μπιελάνια, άλλοτε σκληρός και βίαιος, έτοιμος να γευτεί το κάθε τι από τη ζωή του, άλλοτε πράος, εμπνευσμένος σχεδόν από μια πνευματική (θεϊκή για μερικούς) δύναμη, με ένα βλέμμα κι ένα πρόσωπο που εκφράζει μια εσωτερική δύναμη, καταφέρνει να δώσει μια ξεχωριστή διάσταση στην όλη ταινία. Χρειάζεται μήπως να τονίσω πως η ταινία, βραβευμένη στο φεστιβάλ Βενετίας και πρόταση της Πολωνίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ, είναι από τις καλύτερες και πιο δυνατές που μας πρόσφερε πρόσφατα ο πολωνικός κινηματογράφος και αξίζει να τη δει ένα όσο το δυνατό πιο πλατύ κοινό;

Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr

Smart Search Module