Μενού

ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ, ΤΟ - Ηλίας Φραγκούλης

Βετεράνος hitman με ψυχή αποκτά παρτενέρ που δέρνει, νεοφερμένο από παράνομους αγώνες πυγμαχίας εύρημα της αφεντικίνας του. Ταυτόχρονα, προσπαθεί να γίνει ο φύλακας άγγελος ανήλικης κοπέλας που κινδυνεύει να καταλήξει στο «πεζοδρόμιο».

Μια bmovie δεν είναι απαραίτητα μια κακή ταινία. Υπηρετεί ξεκάθαρα έναν κάποιο ψυχαγωγικό σκοπό και μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο πλαίσιο προσδοκιών, μπορεί να γίνει (έως και) αποδεκτή. Ένα τέτοιο παράδειγμα έχουμε εδώ, με το εντελώς παράδοξο… για τοπικούς λόγους «Συνδικάτο», όπου διάφορα locations της Θεσσαλονίκης παριστάνουν… το Μαϊάμι! Για έναν Έλληνα θεατή (πόσω μάλλον για εκείνους οι οποίοι κατοικούν στη «συμπρωτεύουσα»), αυτό προσθέτει επιπλέον camp πτυχές στη θέαση, καθώς πολλά από τα σημεία στα οποία πραγματοποιήθηκαν γυρίσματα είναι αναγνωρίσιμα και κανένα… φοινικόδεντρο δεν τα σώζει από το τρελό γέλιο (χωρίς να ξεχνάμε και το κέφι που κάναμε με τα αθηναϊκά πλάνα της… Νέας Υόρκης στο πρόσφατο «Άνοδος: Η Ιστορία των Αντετοκούνμπο»)! Στην τελική, πάντως, τολμώ να πω ότι όλο αυτό το «παιχνίδι» αναγνώρισης των «καμουφλαρισμένων» περιοχών της Θεσσαλονίκης γίνεται… ευχάριστο! Το δυσάρεστο, όμως, και μάλλον αναπάντεχα, είναι το εντελώς αψυχολόγητο κι ασύνδετο της πλοκής του φιλμ. Τουλάχιστον, δεν ταλαιπωρεί σε διάρκεια…

1621 2

Ελεγειακό πλάνο του αιματοβαμμένου Αντόνιο Μπαντέρας που βαδίζει προς το ηλιοβασίλεμα ανάμεσα σε «φορετά» φοινικόδεντρα (εμμονή στην ταινία!) ανοίγει το «Συνδικάτο», μ’ ένα κλείσιμο ματιού προς «Σημαδεμένο» (1983) μεριά. Κάποιες μέρες νωρίτερα, ο Μοζάν Άρια πλακώνεται σε αλάνα με πιο μεγαλόσωμο αντίπαλο, ενώ τριγύρω πέφτουν βροχή τα χρηματικά στοιχήματα. Ανιχνευτής «ταλέντων» θα ενημερώσει την αφεντικίνα του, που με τη σειρά της θα του προτείνει να μη σπαταλήσει τα νιάτα του έτσι και να δουλέψει για λογαριασμό της, με πρώτη ανάθεση τη συνοδεία βετεράνου hitman σε οριστικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών με παλιό «πελάτη» (προφανώς, ο πρώτος είναι ο Μπαντέρας). Ο μικρός ιντριγκάρεται θετικά από την όλη εμπειρία του μέντορα και του νέου κι ελπίζει σε συνέχεια.

Σε παράλληλη δράση, ο hitman βοηθάει ανήλικη κοπέλα που έκλεψε μαγαζί, ξυπνάει το πατρικό φίλτρο μέσα του (είναι χωρισμένος με κόρη στην ηλικία της), φροντίζει να της βρει στέγη, αλλά εκείνη γίνεται στόχος και απάγεται από το δωμάτιο του ξενοδοχείου της, για να καταλήξει στα χέρια κυκλώματος μαστροπείας και… cybersex trafficking!

1621 1

Για τα 90 λεπτά του έργου, δεν τα λες και λίγα όλα αυτά. Και δεν πρόσθεσα καν το φλερτάκι του Άρια με ένα από τα κορίτσια της αφεντικίνας, στο οποίο «κρύβεται» και επιπλέον plot twist! Ο πρωτοεμφανιζόμενος Ρίτσαρντ Χιούζ διαχειρίζεται όσο πιο αξιοπρεπώς γίνεται την κατάσταση σκηνοθετικά, όμως, το σενάριο σχεδόν δεν βγάζει νόημα, με τόσες απιθανότητες σύνδεσης στην πλοκή. Εννοείται πως δεν υπάρχει χρόνος για ανάπτυξη χαρακτήρων, αν και ο Μπαντέρας το έχει πάρει πραγματικά σοβαρά ερμηνευτικά. Πριν καν καταλάβεις πως πέρασε μια ώρα, η ταινία αποκτά μια ενδιαφέρουσα ένταση, όσο κι αν οι «δανεικές» λεπτομέρειες από ένα κάρο άλλες χολιγουντιανές παραγωγές του genre γυροφέρνουν το μυαλό του θεατή (το «The Equalizer», για παράδειγμα, φωνάζει). Το φιλμικό αποτέλεσμα δεν είναι προσβλητικό (πάντοτε αυστηρά στο πλαίσιο ενός b-movie, μην παρεξηγηθώ!), απλά κάπου αναρωτιέσαι αν όντως υπήρξε κανείς που να διάβασε το σενάριο χωρίς ν’ απευθύνει το εξής ερώτημα προς την παραγωγή: «Στην ίδια ταινία γίνονται αυτά ή έχετε μπερδέψει και σελίδες απ’ αλλού;»…

1621 3

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Για το ελληνικό κοινό, και ειδικά τους Θεσσαλονικείς, το level του ψυχαγωγικού παράγοντα είναι προφανέστατα ανεβασμένο. Και μόνο για τη σκηνή που ο Αντόνιο Μπαντέρας βγαίνει από «fine art gallery» (που είναι η είσοδος του Θεάτρου Μακεδονικών Σπουδών!) και περπατά μπροστά σε δρόμο του… Μαϊάμι, με «θολωμένα» ψηφιακά φοινικόδεντρα, για ν’ ανακαλύψει πως τ’ αμάξι του δεν παίρνει μπρος και, ω τι σύμπτωση, εμφανίζεται ο Μοζάν Άρια και του το φτιάχνει (ενώ έχουμε δει τριγύρω ελληνικές επιγραφές, σήματα και στους φακούς «καθρέφτες» των γυαλιών ηλίου του Μπαντέρας αντικατοπτρίζεται το… ότι να ‘ναι!), μπορεί και να πεις… «Ναι, γι’ αυτό άξιζε να κόψω εισιτήριο»! Οι γνώστες των παραγωγών της Millennium, σίγουρα ξέρουν τι θα «ψωνίσουν». Ή θα αποφύγουν.

Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module