Δεύτερο μέρος μιας τριλογίας του, φόντο της οποίας είναι η Πιάτρα Νέαμτ, μια κωμόπολη της Ρουμανίας και γενέτειρας του σκηνοθέτη Μπογκντάν Γκεόργκι Απέτρι, το «Θαύμα» αποτελεί εξαιρετική πρόταση εναλλακτικού κινηματογράφου. Οι πρώτες δύο ταινίες της τριλογίας (προηγείται η «Αγνώστων στοιχείων», 2020) και απ’ όσο μπορεί να υποψιαστεί κανείς και η τρίτη, είναι κάτι σαν μελέτη της ανθρώπινης φύσης, των σκοτεινών κυρίως πλευρών της, μέσα σε ένα απολύτως «καθημερινό», φαινομενικά υγιές πλαίσιο.
Στο «Θαύμα» παρακολουθούμε την ιστορία μιας νεαρής κοπέλας (Ιοάνα Μπουγκάριν) που χωρίς να είναι ακόμα μοναχή διαμένει σαν καλόγρια σε μοναστήρι απ’ όπου στην αρχή της ταινίας φεύγει για μια επίσκεψη στην πόλη. Πολλά θα συμβούν κατά την διάρκεια αυτής της ημέρας και το αποτέλεσμα θα είναι μια επίπονη αστυνομική έρευνα που αναλαμβάνει ένας ηθικός αλλά πολύ κοντά στο να χάσει τον έλεγχο αστυνομικός (Eμανουέλ Παρβού).
Ο Απέτρι δουλεύει με χειρουργική ακρίβεια την δομή της ταινίας χωριζοντας την σε δύο μέρη – για την ακρίβεια δύο υποκειμενικές ματιές, εκείνη της μοναχής στο πρώτο μέρος και εκείνη του αστυνομικού στο δεύτερο. Ενώ το «Θαύμα» περιέχει το στοιχείο του θρίλερ δεν είναι θρίλερ. Είναι μια καταπληκτικά παιγμένη παρέλαση ανθρώπινων συμπεριφορών μέσα από καλογραμμένους, στιβαρούς, γεμάτους εκπλήξεις χαρακτήρες. Είναι επίσης μια ταινία που απαιτεί την προσοχή του θεατή σε όλες τις λεπτομέρειες – ακόμα και οι ήχοι, το θρόισμα των φύλλων και το κελάηδισμα των πουλιών κάτι κρύβουν, αρκεί να είσαι απολύτως προσηλωμένος για να το παρατηρήσεις.
Επίσης, δεν υπάρχει ούτε ένας αδιάφορος χαρακτήρας στην ιστορία, ακόμα και αυτοί που δείχνουν ασήμαντοι – ένας γιατρός επιβάτης σε ταξί, οι βοηθοί του αστυνομικού, μια παλιά καλόγρια – είναι ψηφίδες με σημασία για την πλάση της συνολικής ατμόσφαιρας του έργου που σε δύο τουλάχιστον σκηνές, μπορεί κυριολεκτικά να σε ρίξει από την καρέκλα από το ξάφνιασμα. Οσοι αγαπούν το σινεμά, θα την αγαπήσουν.
Γιάννης Ζουμπουλάκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα tovima.gr