Όταν κάηκε η ψυχή του Παρισιού
Η Παναγία των Παρισίων, χτισμένη στη νησίδα Ιλ Ντε Λα Σιτέ στο Σηκουάνα, αποτελεί ένα από τα πιο θαυμαστά αρχιτεκτονικά μνημεία του χριστιανικού κόσμου και είναι ο ρωμαιοκαθολικός μητροπολιτικός ναός του Παρισιού. Η οικοδόμηση του άρχισε το 1160 και ολοκληρώθηκε τον 13 αιώνα.
Οι Παρίσιοι, γαλατική φυλή που ζούσε στις όχθες του Σηκουάνα, έδωσαν το όνομά τους στο σημερινό Παρίσι το οποίο την εποχή των Ρωμαίων ονομαζόταν Λουτέτια. Εξ ου και ο πληθυντικός «των Παρισίων» και όχι του Παρισιού. Άλλωστε με τον πληθυντικό της αποκαλούνταν και αναγραφόταν η πρωτεύουσα της Γαλλίας μέχρι τη καθιέρωση της δημοτικής, το 1974, δηλαδή Παρίσιοι. Έτσι εμφανιζόταν και στον σχολικό γεωγραφικό άτλαντα στον οποίο έκανα τα πρώτα μου νοερά ταξίδια.
Πριν όμως μάθω ποια ήταν η Παναγία των Παρισίων και πριν ακόμη ταξιδέψω μακριά από την πόλη που γεννήθηκα, γνώρισα το αθάνατο έργο του Βίκτωρος Ουγκώ, μέσα από τις σελίδες των Κλασικών Εικονογραφημένων. Της εξαιρετικής εκείνης εικονογραφημένης σειράς των εκδόσεων Πεχλιβανίδη και Σία, που μετέφερε στην Ελλάδα την ιδέα του Άλμπερτ Ρέιμοντ, υπεύθυνου του εκδοτικού οίκου Γκίλμερτον της Νέας Υόρκης. Έτσι την 1η Μαρτίου 1951, κυκλοφόρησε στη χώρα μας το πρώτο τεύχος που ήταν το έργο του προαναφερθέντος γάλλου συγγραφέα, «Οι άθλιοι». Η σειρά έφερε σε επαφή χιλιάδες μαθητών και μαθητριών με τα αθάνατα έργα της κλασικής λογοτεχνίας και άνοιξε ορίζοντες προς την παγκόσμια σκέψη. Έτσι έγινε και η δική μου γνωριμία με τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας ένα από τα οποία ήταν και «Η Παναγία των Παρισίων», του Ουγκώ, που με είχε συγκινήσει ιδιαίτερα. Και μαζί με τους ήρωες του βιβλίου, την όμορφη Εσμεράλδα και τον καλόψυχο Κουασιμόδο, γνώρισα και την ύπαρξη του καθεδρικού ναού, τον οποίο επισκέφθηκα πολλά χρόνια αργότερα.
Έτσι τον Απρίλιο του 2019 όταν ξέσπασε η καταστροφική φωτιά στην Παναγία των Παρισίων, δε την βίωσα, απλώς, ως μία κακή είδηση, αλλά ως μία μικρή προσωπική απώλεια. Υποθέτω βέβαια, πως οι περισσότεροι Παριζιάνοι ένιωσαν πολύ μεγαλύτερο πόνο καθώς ο ναός αποτελεί την ψυχή της πόλης τους. Ένας από αυτούς είναι και ο σκηνοθέτης Ζαν Ζακ Ανό. «(…) Είναι συγκινητικό που κάθε πρωί περνάω από την Παναγία των Παρισίων. Τη βλέπω από το μπαλκόνι του σπιτιού μου και τη ρωτάω πώς είναι κάθε μέρα. Από όλες τις ηθοποιούς που είχα την τύχη να σκηνοθετήσω, η Παναγία των Παρισίων είναι αναμφίβολα η πιο εκλεπτυσμένη και η πιο εύθραυστη. Παραμένει όμορφη. Ο πιο διάσημος καθεδρικός στον κόσμο χρειάζεται έργα ανάπλασης για πολύ καιρό. Η ιστορία της θα ζήσει πολλά περισσότερα χρόνια μετά από εμάς. Και είμαι χαρούμενος που έχω νιώσει ότι για λίγο καιρό ήμουν ο εραστής της», λέει ο σκηνοθέτης σε συνέντευξή του μιλώντας για την ταινία του «Η Παναγία των Παρισίων φλέγεται» (Notre Dame Brûle), με θέμα την πυρκαγιά η οποία προκάλεσε τεράστιες ζημιές στο ναό, οι οποίες θα κάνουν χρόνια να αποκατασταθούν.
Ο Ανό σκηνοθετεί μια δραματική ταινία η οποία όμως είναι βασισμένη επάνω στα πραγματικά γεγονότα. Κατά κάποιον τρόπο καταγράφει και διασώζει τα όσα συνέβησαν συνδυάζοντας με μοναδικό τρόπο αρχειακό υλικό με σκηνοθετημένες σκηνές. Μάλιστα προσέφυγε σε υλικό αρχείου με εικόνες από το κυκλοφοριακό χάος που είχε δημιουργηθεί, από τις διεθνείς αντιδράσεις, από τη δημοσιογραφική κάλυψη κ.λπ. Η κάμερά του ακολουθεί τα γεγονότα τα οποία οδήγησαν στη φωτιά και καθηλώνει με τον τρόπο που σκηνοθετεί την υπεράνθρωπη μάχη των πυροσβεστών με τις φλόγες. «(…) αποφάσισα να μείνω πιστός στα γεγονότα οπότε τα έβαλα σε χρονολογική σειρά. Πέρασα δύσκολα προσπαθώντας να ξετυλίξω την ακριβή ροή των εξελίξεων συγκρίνοντας διαφορετικές μαρτυρίες που είχα τότε στα χέρια μου. Κατάλαβα ότι ο καθένας είχε διαφορετική εκδοχή, του πότε άρχισε να βγαίνει καπνός και πότε εμφανίστηκαν οι πρώτες φλόγες και πότε έφτασε η πυροσβεστική. Γρήγορα κατάλαβα ότι η ένταση των στιγμών δεν άφησε το περιθώριο σε κανέναν να κοιτάξει το ρολόι του», λέει ο Ανό, μιλώντας για τον τρόπο αφήγησης που επέλεξε. Αρχικά είχε σκεφτεί να γυρίσει ντοκιμαντέρ για την πυρκαγιά αλλά τελικά προτίμησε να κάνει ταινία μυθοπλασίας θεωρώντας πως αποτελεί ένα πολύ καλό και ενδιαφέρον θέμα.
Η φωτιά ξέσπασε στις 15 Απριλίου, τη Δευτέρα του Πάσχα, γύρω στις 6.15 μ.μ., περίπου την ώρα που άρχιζε η λειτουργία. Μια σειρά από γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν μια αλυσιδωτή συνέχεια, οδήγησαν στην καταστροφή. «(…) Ήταν η πρώτη μέρα που είχε αναλάβει ένας καινούριος υπεύθυνος φύλακας στον καθεδρικό και που επιτηρούσε τον πίνακα του συναγερμού για φωτιά. Δεν είχε επισκεφθεί ποτέ του τον καθεδρικό και δεν ήταν εξοικειωμένος με την ορολογία της γοτθικής αρχιτεκτονικής. Όταν σήμανε ο συναγερμός και εμφανίστηκε ένας κωδικός που δεν κατάλαβε, πήρε τηλέφωνο το αφεντικό του. Ο υπεύθυνος δεν ήταν διαθέσιμος και δεν επικοινώνησε παρά μόνο 15 λεπτά αργότερα. Αυτή ήταν μόνο η αρχή μίας σειράς κακών συμπτώσεων», συνεχίζει ο σκηνοθέτης.
Φυσικά τα γυρίσματα της ταινίας δεν ήταν καθόλου εύκολα, αφού ήταν αδύνατον οι κάμερες να μπουν μέσα στον υπό επισκευή καθεδρικό ναό. Για τις δυσκολίες και τον τρόπο που έγιναν τελικά τα γυρίσματα, ο Ζαν Ζακ Ανό, λέει: «Το κτίριο δεν ήταν προσιτό για καιρό, εξαιτίας του τοξικού μόλυβδου και λόγω του κινδύνου κατάρρευσης. Σε κάθε περίπτωση, έπρεπε να γεμίσουμε το κτίριο με καπνό, να καλύψουμε το πάτωμα με σκόνη και στάχτη, να τοποθετήσουμε τόνους με φλεγόμενο ξύλο και να πλημμυρήσουμε τις πλάκες. Χτίσαμε ένα αντίγραφο. Οι φλόγες έβγαιναν από εκατοντάδες ακροφύσια που έβαλαν φωτιά στο σκηνικό. Ξαναχτίσαμε το κεντρικό κλίτος, τα εξωτερικά υπερώα και τα δοκάρια της βόρειας πτέρυγας, καθώς και το εσωτερικό του τεράστιου καμπαναριού στην τελική σκηνή. Εν ολίγοις, όλα τα εμβληματικά μέρη του καθεδρικού της Παναγίας των Παρισίων πλήγηκαν από την καταστροφή και αυτό έπρεπε να φανεί πριν και μετά τη φωτιά». Αρκετές σκηνές γυρίστηκαν στον καθεδρικό ναού της Μπουρζ, στην Κεντρική Γαλλία, λόγω ομοιότητας με τη Νοτρ Νταμ. Όμως το μεγαλύτερο μέρος γυρίστηκε σε στούντιο.
Η ταινία αφηγείται μέσα από τα μάτια του σκηνοθέτη την πραγματική ιστορία των ανδρών και των γυναικών που έσωσαν την Παναγία των Παρισίων, καθώς ο Ανό στέκεται ιδιαίτερα σ’ αυτούς, στην αγωνία τους, την αυτοθυσία τους και τα συναισθήματά τους, ενώ αγωνιζόταν να σώσουν ένα κομμάτι από την ψυχή του.
Μια εντυπωσιακή ταινία που ανεβάζει την αδρεναλίνη ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύει των ηρωισμό των ανθρώπων καταγράφοντας τα γεγονότα όπως συνέβησαν.
Στράτος Κερσανίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kersanidis.wordpress.com