Μετά την αποκάλυψη της ιδιότητάς του ως Spider- Man, ο Πίτερ Πάρκερ ζητάει από τον Dr. Strange να χρησιμοποιήσει ένα ξόρκι για να σβήσει την ταυτότητά του από τη μνήμη του παγκόσμιου πληθυσμού.
Όμως το ξόρκι στραβώνει, ανοίγοντας τις πύλες του πολυ-σύμπαντος κι επιτρέποντας σε εχθρούς του ήρωα να εισέλθουν από άλλες εκδοχές της πραγματικότητας.
Περιπέτεια φαντασίας που συνεχίζει τις δύο προηγούμενες ταινίες του αγαπητού υπερήρωα, γυρισμένες το 2017 και το 2019 από τον ίδιο σκηνοθέτη, πάντα με τον Χόλαντ στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αποτελεί επίσης την 27η προσθήκη στο Κινηματογραφικό Σύμπαν της Marvel (MCU), με την οποία η εταιρεία συστήνει την έννοια του πολυσύμπαντος, ένα εδραιωμένο τέχνασμα στον κόσμο των κόμικ, το οποίο περνάει εδώ στη ζωντανή δράση, αφού προηγουμένως το είχαμε δει στο βραβευμένο με Όσκαρ animation «Spider-Man: Μέσα στο Αραχνο-Σύμπαν» («Spider-Man: into the Spider- Verse», Μπομπ Περσικέτι, Πίτερ Ράμζι, Ρόντνι Ρόθμαν, 2018), το οποίο όμως (προς το παρόν τουλάχιστον) δεν περιλαμβάνεται στον κανόνα του MCU.
Έτσι, το στούντιο αξιοποιεί το συγκεκριμένο εύρημα για να δημιουργήσει ένα από τα ελκυστικότερα σεναριακά θέλγητρα στην ιστορία του είδους, που μόνο εν μέρει αφορά την επιστροφή των κακών όλων των προηγούμενων ταινιών του ήρωα από το 2001 κι εξής, όπως άλλωστε αποκαλύπτεται στη διαφημιστική εκστρατεία της ταινίας. Οι σημαντικότερες ανατροπές όμως είναι άλλες, και βεβαίως δεν πρόκειται να τις αποκαλύψουμε εδώ, για τους ελάχιστους που πιθανώς δεν τις γνωρίζουν ακόμα, αφού οι διαρροές στο ίντερνετ είναι δύσκολο ν’ αποφευχθούν όσο κι αν προσπαθεί κανείς.
Οι αμείωτα ενθουσιώδεις αντιδράσεις της κατάμεστης αίθουσας στην οποία παρακολούθησα την ταινία και τα 587 εκατομμύρια δολάρια σε παγκόσμιο ‘ανοιγμα’, δείχνουν ότι η σαθρή σεναριακή λογική στην οποία βασίζονται όλα τα παραπάνω είναι μάλλον αμελητέα για το νεανικό target group της ταινίας. Αν όμως αυτά αποτελούν το φανταχτερό περιτύλιγμα, ο ουσιαστικός πυρήνας της ταινίας είναι η απότομη κι αναγκαστική ενηλικίωση του Πίτερ, ο οποίος καταλήγει μέσα από μια πλούσια και διασκεδαστική πλοκή στο πιο οριακό σημείο της μέχρι τώρα κινηματογραφικής πορείας του. Ένα σημείο που συνήθως οδηγεί σε πλήρη αφύπνιση του εαυτού, των ευθυνών και των στόχων του.
Μόνη αντίρρηση (απ’ αυτές που μπορώ να σχολιάσω χωρίς ν’ αποκαλύψω μυστικά της πλοκής τουλάχιστον), ότι η ταινία υποβιβάζει άδικα τον θρυλικό διευθυντή εφημερίδας, Τζόνας Τζέιμσον που υποδύεται ο Τζέι Κέι Σίμονς (επαναλαμβάνοντας τον ρόλο μετά την τριλογία του Σαμ Ράιμι), σε νεοσυντηρητικό τρομολάγνο συνωμοσιολόγο τύπου Άλεξ Τζόουνς, στερώντας του το χιούμορ και τη γκρινιάρικη γοητεία του.
Νίκος Τσαγκαράκης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα patris.gr