Μενού

ΤΑΞΙΔΙ, ΤΟ - Νίκος Παλάτος

Καταμεσής δικαστικής μάχης περί επιμέλειας τέκνων, διαζευγμένη μάνα αρπάζει τα δυο παιδιά της και, δίχως τη σύμφωνη γνώμη του πρώην συζύγου της, φεύγει μαζί τους για επταήμερο ταξίδι αναθέρμανσης σχέσεων στις Κανάριες Νήσους.

Έπειτα από το ντεμπούτο της με την «Καταγωγή των Σάμι» (2017), όπου αναδείκνυε μια άγνωστη σελίδα της σκανδιναβικής Ιστορίας, η Σουηδή σκηνοθέτις Αμάντα Κέρνελ επιστρέφει μ’ ένα σύγχρονο οικογενειακό δράμα χαρακτήρων, με το οποίο επιχειρεί να εξερευνήσει μέχρι που μπορεί να φτάσει μια απελπισμένη μάνα όταν επιθυμεί διακαώς να επανασυνδεθεί με τα παιδιά της. Συνεχίζει να κινείται σε σταθερά «φεστιβαλικά» πλαίσια η νεαρή auteur, εκεί όμως που με την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία κατάφερε να την βγάλει καθαρή χάρη (και) στη σπανιότητα του θέματός της, τούτο «Το Ταξίδι» της όχι μόνο πρωτοτυπία δεν κρύβει στην διαδρομή του, αλλά ασφυκτιά εξαιτίας ενός ημιτελούς και ανεπαρκέστατου σεναρίου.

1319 5

Έχοντας λάβει ανησυχητικό τηλεφώνημα από τον μικρό της γιο, η Άλις φεύγει άρον-άρον από τη Στοκχόλμη, κατευθυνόμενη στην μικρή επαρχιακή πόλη όπου ο πρώην σύζυγός της συνεχίζει να διαμένει, προκειμένου να εξακριβώσει την αιτία της ξαφνικής κλήσης. Ανήμπορη να δει γιο και κόρη δίχως την παρουσία τρίτου προσώπου και με την δικαστική της ήττα στην διεκδίκηση της επιμέλειας να μοιάζει βέβαιη, αφού κουβαλά στην πλάτη της (αδίκως;) κατηγορίες ψυχολογικής αστάθειας, παίρνει την αυθόρμητη απόφαση να την κοπανήσει μαζί με τα παιδιά για μια εβδομάδα διακοπών στην Τενερίφη. Η κύρια αιτία αυτής της ριψοκίνδυνης κίνησης δεν είναι μόνο η σφοδρή της επιθυμία να περάσει ποιοτικό χρόνο μαζί τους, αλλά η υποψία πως ο πατέρας τους επιδεικνύει κακοποιητικές εις βάρους τους τάσεις, τις οποίες φοβούνται να ομολογήσουν, μιας και ουδέποτε έχουν την ευκαιρία να μείνουν μόνα με τη μαμά τους. Στο πίσω μέρος του μυαλού της, η Άλις μάλλον βλέπει το όλο ταξίδι ως ευκαιρία να εκμαιεύσει την αλήθεια για τον πρώην της και να πάρει έτσι το πάνω χέρι στη νομική τους διαμάχη. Από το επιθυμητό μέχρι το πρακτέο, όμως, η απόσταση είναι (συχνά) πολύ μεγάλη.

Η ασάφεια περί των αιτιών του διαζυγίου, η σε κάποια στιγμή του παρελθόντος φυγή της Άλις προς την πρωτεύουσα (ουσιαστικά εγκαταλείποντας τα παιδιά της), αλλά και οι αιτίες για τις οποίες αμφότερα δεν φαίνεται να επιθυμούν να περνούν χρόνο μαζί της, δίνουν μια αύρα «μυστηρίου» σε τούτο το «Ταξίδι». Υποβοηθείται η προσέγγιση αυτή (σε θεωρητικό επίπεδο, τουλάχιστον) από την λανθάνουσα περί κακοποίησης υποψία και τη συστολή που μικρός γιος και έφηβη κόρη δείχνουν σε κάθε μητρική προσπάθεια ανοίγματος της κουβέντας σε θέματα που «καίνε». Το κακό είναι πως η ασάφεια αυτή διατηρείται σταθερά σε όλη σχεδόν την διάρκεια του φιλμ, με την Κέρνελ να πασχίζει να παραδώσει ένα ενενηντάλεπτο φιλμ, όταν το σενάριό της θα ταίριαζε γάντι σε μικρού μήκους ταινία. Επενδύει έτσι στις σιωπές, τα βλέμματα και το «εξωτικό» τοπίο των Κανάριων Νήσων, αφήνοντας το βραδυφλεγές της δράμα να μοιάζει πως σύντομα θα κάνει το μεγάλο «μπαμ» ωμών αποκαλύψεων, βγάζοντας όλα τ’ άπλυτα στη φόρα – φευ, όμως, αυτό δεν γίνεται ποτέ. Μ’ άλλα λόγια, εάν θυμάστε το παραπλήσιου ύφους και προβληματισμού «Μετά τον Χωρισμό» (2017), εδώ έχουμε αυτό που λέμε… καμία (απολύτως) σχέση!

1319 3

Σ’ ένα συμβολικό (και συνάμα σαρκαστικό ίσως) επίπεδο, η εγκατάλειψη της παγωμένης Σουηδίας για τη θέρμη των ισπανικών νήσων δεν φέρνει αυτομάτως τη ζεστασιά στις σχέσεις της Άλις με τα παιδιά της, όπως πιθανότατα θα επιθυμούσε εκείνη. Η χαρά της που βρίσκεται μόνη μαζί τους είναι εμφανής, το ίδιο εμφανές όμως είναι το απρόβλεπτο του παρορμητικού χαρακτήρα της, γεγονός που δεν την αφήνει να παίρνει τις πλέον ορθές αποφάσεις. Από την έξω καρδιά φάση του karaoke μέχρι τις ολοφάνερα άσκοπες τελικές της κινήσεις, η Άλις παραμένει σταθερά ένα άγραφο χαρτί, το οποίο η Κέρνελ μόνο περιγραμματικά αρκείται να σχεδιάσει. Το αυτό ισχύει και για τον έτερο πόλο του δράματος, μιας και ο πρώην σύζυγος παραμένει μια σταθερά απόμακρη φιγούρα, για τα πεπραγμένα του οποίου ελάχιστα μαθαίνουμε. Τα δύο παιδιά δείχνουν να έχουν δουλευτεί περισσότερο σαν χαρακτήρες (ειδικότερα η κόρη, με τις κλασικές εφηβικές σωματικές της ανασφάλειες), αν και η φάση του παρολίγον «ατυχήματος» στην πισίνα με τον πιτσιρικά και το συνομήλικό του κοριτσάκι αποτελεί τυπικό παράδειγμα σεναριακής ιδέας που οδηγεί… στο απόλυτο τίποτα. Tale quale με το φινάλε, δηλαδή, το οποίο για χιλιοστή φορά σε σύγχρονη «art-house» ταινία, μόνο ένα αδιάφορο ανασήκωμα των ώμων φέρνει, παρά ολοκληρώνει το στόρι που προηγήθηκε.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Οικογενειακό δράμα με «coming of age» πινελιές, για τους φανατικούς του ευρωπαϊκού art-house (και δη του «ψυχρού» σκανδιναβικού), που όμως είναι αποσπασματικό και ως εκ τούτου αφηγηματικά ανεπαρκές. Πειστική η Άνε Νταλ Τορπ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά από μόνο του αυτό δεν αρκεί. Αποτέλεσε την περσινή σουηδική υποβολή για την κατηγορία του ξενόγλωσσου Όσκαρ.

Νίκος Παλάτος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module