Η ταινία του Φιλίπ Φαλαρντό, βασισμένη στα απομνημονεύματα της Τζοάνα Σμιθ Ράκοφ (1914), καταπιάνεται με την ενηλικίωση της Τζοάνα, ενός νεαρού, με συγγραφικές φιλοδοξίες, κοριτσιού (με την Μάργκαρετ Κουόλι, να προσπαθεί, όχι πάντα με επιτυχία, να ζωντανέψει τη νεαρή, αφελή «χωριατοπούλα»), που καταφθάνει στη Νέα Υόρκη στη δεκαετία του ’90 και βρίσκει δουλειά σ’ ένα γραφείο πρακτόρων για τον απομονωμένο στον εαυτό του συγγραφέα Τζέι Ντι Σάλιντζερ, διάσημο για το κλασικό βιβλίο του «Ο φύλακας στη σίκαλη».
Η Τζοάνα, κορίτσι που ήθελε, όπως μας λέει μιλώντας κατευθείαν στην κάμερα (όπως μιλούν και άλλα πρόσωπα), να γίνει εκπληκτικό πρόσωπο (extraordinary, όπως μας λέει) και «ένας απ’ αυτούς» (δηλαδή τους διάσημους συγγραφείς), αναλαμβάνει βοηθός της Μάργκαρετ (μια πάρα πολύ καλή Σιγκούρνι Γουίβερ), με κύριο μέλημά της να απαντάει στις πάμπολλες επιστολές που (στη συνέχεια πρέπει να καταστρέφει), που στέλνουν οι φαν στον Τζ(ερόμ) Ντ(έιβιντ) Σάλιντζερ, ο οποίος τις τελευταίες δεκαετίες, δεν έχει γράψει άλλο μυθιστόρημα, αλλά και να μιλάει, κάθε τόσο στο τηλέφωνο, η ίδια, η οποία, όπως μαθαίνουμε δεν έχει καν διαβάσει κανένα βιβλίο του, με τον «Τζέρι» κάπου-κάπου να της δίνει και συμβουλές για το πώς πρέπει να ασχοληθεί αυτή με το γράψιμο.
Εκτός από την πορεία της Τζοάνα προς την ωρίμανση, η ταινία βάζει και το θέμα της τέχνης σε σχέση με την εμπορικότητα, στοιχείο που αντιμετωπίζει στην καθημερινή εργασία της η Τζοάνα και στις συγκρούσεις της με την Μάργκαρετ. Ο Φαλαρντό προσπαθεί να καλύψει διάφορα επεισόδια (με καλύτερα εκείνα όπου ζωντανεύει τα πρόσωπα που θαυμάζουν τον Σάλιντζερ) καθώς και ιστορίες, που όμως χωλαίνουν τον ρυθμό (ιδιαίτερα σ’ εκείνες που αφορούν τη ρομαντική σχέση της Τζοάνα), χωρίς όμως να εμβαθύνει σ’ αυτές (θα περιμέναμε σε μια σε μεγαλύτερο βάθος παρουσίαση του χαρακτήρα της Τζοάνα, που παραμένει, δυστυχώς, ανώριμη). Με αποτέλεσμα, το ενδιαφέρον να στρέφεται περισσότερο προς την Μάργκαρετ, που η Σιγκούρνι Γουίβερ δίνει με τρόπο εξαιρετικό, τονίζοντας την πολυπλοκότητά της.
Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr