Μενού

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΑΜΠ, Η - Τάσος Ντερτιλής

1824 1

ΣΥΝΟΨΗ: Το «Old Oak» είναι η τελευταία παμπ, ο μοναδικός δημόσιος χώρος συνάθροισης που έχει απομείνει σε μία κοινότητα πρώην ανθρακωρύχων της Βορειοανατολικής Αγγλίας που παρακμάζει εδώ και 30 χρόνια. Ο ιδιοκτήτης TJ Ballantyne παλεύει να την κρατήσει ανοιχτή και τα πράγματα χειροτερεύουν όταν η παμπ γίνεται αντικείμενο έριδας μετά την άφιξη προσφύγων από τη Συρία. Εν τω μεταξύ, μία απρόσμενη φιλία ανθίζει ανάμεσα στον TJ και μία νεαρή Σύρια, τη φωτογράφο Yara. Θα μπορέσουν να βρουν έναν τρόπο ώστε οι δύο κοινότητες να κατανοήσουν η μία την άλλη; 

Μια γέρικη βελανιδιά στέκει στην καρδιά της τελευταίας ίσως ταινίας του μέγιστου εν ζωή ανθρωπιστή του κινηματογράφου Κεν Λόουτς. Γέρικη σαν τις αγγλικές επαρχίες που οι θατσερικές πολιτικές έχουν μετατρέψει σε ανθρώπινες χωματερές. Βρισκόμαστε στο 2016, η Βρετανία είναι έτοιμη για το Brexit και η ατμόσφαιρα, μακριά από τα οικονομικά σαλόνια του City και τα παλάτια του Λονδίνου που θαυμάζουν οι τουρίστες, μυρίζει μιζέρια, παραίτηση και φτώχεια καταραμένη. Σε μια τέτοια «καταραμένη» μικρή κοινότητα της Βορειοανατολικής Αγγλίας στέκει η παμπ του TJ, μοναδική διέξοδος για τους λιγοστούς πρώην ανθρακωρύχους που έχουν μείνει εδώ και χρόνια άνεργοι και τώρα βλέπουν και τα σπιτάκια τους να απαξιώνονται καθώς η κυβέρνηση, ικανοποιώντας προφανώς κάποιες διεθνείς δεσμεύσεις, «παρκάρει» στην υποβαθμισμένη επαρχία τους πρόσφυγες από τον πόλεμο της Συρίας, σαν σκουπίδια που τα κρύβεις κάτω από το χαλί. Με το καλημέρα της ταινίας βλέπουμε τους γηγενείς να επιτίθενται φραστικά στους ξένους «εισβολείς» με τις μαντήλες και την παράξενη γλώσσα. Για όλα φταίνε οι ξένοι αφού δεν κατανοούν ότι όλοι στο ίδιο κυβερνητικό καζάνι βράζουν, κάτι που επιχειρεί να αναπτύξει το σενάριο του μόνιμου συνεργάτη του Λόουτς, του εξαίρετου Πόλ Λάβερτι. Συνοδοιπόροι σ αυτό το ταξίδι με οδηγό την ενσυναίσθηση ο μελαγχολικός TJ, ιδιοκτήτης της παμπ με διαλυμένη οικογένεια και ακόμη πιο διαλυμένη θέληση για ζωή κι από την άλλη η άτυχη Yara, η νεαρή Σύρια με ταλέντο στην φωτογραφία, με δίψα για ζωή και με χιλιάδες εμπόδια στο δρόμο της αναγκαστικής εξορίας από μια ερειπωμένη χώρα με βάρβαρο καθεστώς. 

Οι Λόουτς και Λάβερτι κατανοούν και τους μεν και τους δε, επιχειρώντας να προτείνουν μια κινηματογραφική σύγκλιση πολιτισμών στη βάση της αλληλοκατανόησης και της συνειδητοποίησης ότι τα προβλήματα όλων έχουν κοινή πηγή. Ωραία η προσπάθεια αλλά η ωμή πραγματικότητα δεν υπακούει δυστυχώς σε ανθρωπιστικούς κινηματογραφικούς νόμους με αποτέλεσμα το σύνολο να οδηγείται σε ένα βεβιασμένο και μάλλον αταίριαστο φινάλε παρά τις άριστες προθέσεις.

Έστω και έτσι, οι επί μέρους αρετές της ταινίας, όπως η θαυμάσια αυθεντικότητα που επιτυγχάνεται με τη χρήση ερασιτεχνών κυρίως ηθοποιών και η άριστη χημεία μεταξύ των πρωταγωνιστών που αναδεικνύει μια βαθιά πλατωνική φιλία πέρα από πολιτιστικές διαφορές, σώζουν την ταινία από την αποτυχία.

Έστω κι έτσι αγαπάμε τον Κεν Λόουτς, τον θαυμάζουμε για τη δύναμη των 87 του χρόνων και ευχόμαστε η γέρικη βελανιδιά να μην είναι τελικά η τελευταία ταινία του. Γιατί, ποιος είπε ότι η εργατική τάξη δεν προσφέρεται για συναρπαστικές κινηματογραφικές μυθοπλασίες; Το σινεμά του Λόουτς είναι η τρανή απόδειξη περί του αντιθέτου! 

Τάσος Ντερτιλής
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα grandmagazine.gr

Smart Search Module