GODZILLA MINUS ONE - Ηλίας Φραγκούλης
Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σικισίμα επιστρέφει σ’ ένα κατεστραμμένο Τόκιο, γεμάτος ενοχές από τη φήμη του kamikaze πιλότου που δεν θυσιάστηκε για πατρίδα του. Θα προστατεύσει μια νεαρή κοπέλα που έχει υιοθετήσει ένα ορφανό μωρό και θα συγκατοικήσουν αναζητώντας τη γαλήνη, καθώς η πόλη αρχίζει να στέκεται ξανά στα πόδια της, ώσπου να εμφανιστεί… ένα γιγάντιο και μεταλλαγμένο από πυρηνικές δοκιμές τέρας.
Σίγουρα αποτελεί είδηση το γεγονός ότι τα studios της ιαπωνικής εταιρείας Toho επιστρέφουν στις live action παραγωγές ταινιών τούτου του κλασικού franchise και μάλιστα σε timing με την 70η επέτειο από την κυκλοφορία του πρώτου κινηματογραφικού «Godzilla». Το «Godzilla Minus One» έχει αρκετές επιρροές από το φιλμ του 1954, έχει ενδιαφέρον η τοποθέτηση της δράσης του στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο, όμως, όσο νοσταλγικό και παλαιομοδίτικο επιχειρεί να είναι, άλλο τόσο άστοχη και μη ισορροπημένη είναι η σχέση θεάματος με… άγριο μελόδραμα στο περιεχόμενό του. Και με εφέ που αδυνατούν να συγκριθούν με την κορυφαία ποιότητα των πρόσφατων αμερικανικών παραγωγών της Legendary (για λογαριασμό της Warner Bros.).
Η εισαγωγική σεκάνς – πρόλογος μας κάνει τις πρώτες συστάσεις του κεντρικού χαρακτήρα και του τέρατος, στα 1945. Νεαρός kamikaze πιλότος, που δείλιασε και δεν έγινε θυσία για ην πατρίδα του, προφασιζόμενος τεχνική βλάβη του αεροπλάνου του, προσγειώνεται σε μικρή βάση της νήσου Όντο (εκεί όπου είχε εμφανιστεί ο Γκοτζίλα για πρώτη φορά στο σινεμά) και έρχεται σε επαφή με το τέρας το οποίο επιτίθεται τη νύχτα και ξεκληρίζει το προσωπικό της.
Δύο χρόνια αργότερα, επιστρέφοντας στο Τόκιο, βρίσκει τα ερείπια μιας βομβαρδισμένης πόλης, η οικογένειά του έχει σκοτωθεί και στη γειτονιά του τον αντιμετωπίζουν ντροπιαστικά, ως επιζήσαντα! Ένα παρατημένο μωρό στην αγορά θα τον φέρει σε επαφή με μια νεαρή κοπέλα που το έχει υιοθετήσει αυτοβούλως, προσπαθώντας να το σώσει από την ορφάνια. Θα τους προσφέρει προσωρινή στέγη και προστασία, μα θα στεριώσουν σαν μια άτυπη οικογένεια στο πέρασμα του χρόνου, με τα μεταξύ τους συναισθήματα να αναπτύσσονται, αλλά να μην εκφράζονται ποτέ ερωτικά.
Είναι προφανές πως ο Τακάσι Γιαμαζάκι είχε στο μυαλό του ένα έργο που θα στέκεται πιο κοντά στις απαιτήσεις του ντόπιου κοινού για λαϊκό θέαμα με… υπερβολικές δόσεις μελοδράματος στην ιστορία, υπηρετώντας μια πιο old-fashioned αφήγηση από εκείνη που ακολουθούν οι πιο σύγχρονες ταινίες καταστροφής. Ως αποτέλεσμα, οι εμφανίσεις του Γκοτζίλα μοιάζουν… ελαφρώς περιορισμένες, ειδικά επί γήινου εδάφους, καθώς οι περισσότερες συγκρούσεις του τον τοποθετούν σε θαλάσσιο χώρο δράσης. Ο Σικισίμα εμφανίζεται εκεί ως ναρκαλιευτής ξύλινου πλοιαρίου με ελάχιστο πλήρωμα, το οποίο θα εντοπίσει το ακόμη πιο ευμέγεθες (αποτέλεσμα βίαιης οργανικής προσαρμογής του με χτυπήματα ατομικής ενέργειας) τέρας και θα ενημερώσει το Ναυτικό να πάρει τα μέτρα του, ελπίζοντας να μην φτάσει μέχρι το Τόκιο και προκαλέσει ανυπολόγιστες καταστροφές και θανάτους.
Χωρίς καν να χρειαστεί να τοποθετηθεί με δημόσιες δηλώσεις του ο Γιαμαζάκι, μεγάλο μέρος του «Godzilla Minus One» αποτελεί homage στα… «Σαγόνια του Καρχαρία» (1975) του Στίβεν Σπίλμπεργκ, αλλά με μια σχεδόν μπιμουβάδικη λογική «αντιγραφής» που (ίσως) δεν τιμά κανέναν. Το απόλυτο highlight της ταινίας έρχεται στη σεκάνς της επίθεσης στο Τόκιο, που πραγματικά δεν χορταίνεις να απολαμβάνεις το παλαιομοδίτικο setting. Η ναυτική έφοδος της κλιμάκωσης, ατυχώς, είναι υποδεέστερη. Οι κοινωνικές αναφορές στην περίοδο δεν έχουν σοβαρή ανάπτυξη σεναριακά, οι πολιτικές «σφήνες» για τη συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα σε Αμερική και Ρωσία είναι αμελητέες και… «απολιτίκ» και οι δραματικές ανατροπές θα έκαναν ακόμη και τον Νίκο Φώσκολο να σηκωθεί από τον τάφο του! Οι Ιάπωνες, από την άλλη, μπορεί να μπήξανε τρελό κλάμα. Θέμα κουλτούρας, υποθέτω…
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Απευθύνεται κυρίως στους σκληροπυρηνικούς γνώστες και fans του franchise, εκείνους που ριγούν στη θέα των αυθεντικών Kaiju movies και ουχί στους απλούς «τουρίστες» που… είδαν φως και μπήκαν στο multiplex. Το μελόδραμα είναι σχεδόν για γέλια και σε συνάρτηση με την διάρκεια του φιλμ, το εφετζίδικο θέαμα είναι δυσανάλογο. Κοινώς, ενώ οι προσδοκίες ήταν μεγάλες, το αποτέλεσμα έχει αρκετές παραδοξότητες και αστοχίες.
Ηλίας Φραγκούλης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr