ΤΡΕΙΣ ΑΔΕΛΦΕΣ - Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Η βυθισμένη στη φτώχια, τις παραδόσεις και την αμάθεια Ανατόλια δεν έπαψε να είναι το θέμα πολλών Τούρκων σκηνοθετών, ξεκινώντας από τον μοναδικό Γιλμάζ Γκιουνέι και φτάνοντας ως πιο σύγχρονους σκηνοθέτες όπως ο Καπλάνογλου και ο Τσεϊλάν. Σ’ αυτούς πρέπει να προσθέσω και τον Εμίν Άλπερ που, με τη συγκινητική, δοσμένη με λυρισμό, ταινία του, «Οι τρεις αδερφές», που παρουσιάζει το δράμα τριών νέων γυναικών, αδερφών, χρησιμοποιώντας το ξεπερασμένο, αν και όχι ακόμη ξεχασμένο, έθιμο του «μπεσλεμέ», της αποστολής δηλαδή νεαρών κοριτσιών σε σπίτια πλουσίων, όπου αντιμετωπίζονται όχι απλά ως ανάδοχα παιδιά αλλά και ως υπηρέτριες. Έθιμο, όμως, που έδινε την ευκαιρία στα κορίτσια να γλιτώσουν από τα ξεπερασμένα έθιμα και τις παραδόσεις του χωριού, προσφέροντάς τους, ταυτόχρονα, τη δυνατότητα να παντρευτούν κάποιον στην πόλη.

«Η ψυχολογία του μπεσλεμέ είναι για μένα πάντα ενδιαφέρουσα”, ανάφερε ο σκηνοθέτης, “επειδή εμπλέκει ισχυρές συγκρούσεις και αμφιθυμία, Οι περισσότερες που ζουν ως μπεσλεμέ αισθάνονται απροσάρμοστες στους νέους τους χώρους στην πόλη, δεν αισθάνονται ότι βρίσκονται σε οικείο περιβάλλον, αλλά δεν επιθυμούν να επιστρέψουν σε μια ζωή φτώχειας γι’ αυτό και βρίσκονται παγιδευμένες σ’ ένα πουργατόριο».
Η ταινία αρχίζει όταν τα τρία κορίτσια, για διάφορους λόγους, έχουν επιστρέψει στο χωριό τους, στην Κεντρική Ανατόλια: η Ρέιχαν, έχει επιστρέψει έγκυος και ο πατέρας της αναγκάζεται να την παντρέψει εσπευσμένα με τον Σεβκέτ, ένα φτωχό, δειλό βοσκό, η Χάβα επιστρέφει όταν ο ανάδοχος αδερφός της πεθαίνει, ενώ τη Νούρχαν φέρνει πίσω ο πατριός της, Νετσάτι, επειδή φερόταν άσκημα στο μωρό της οικογένειας. Στο δείπνο που ακολουθεί, που είναι και το πιο σημαντικό κομμάτι της ταινίας, ο πατέρας των κοριτσιών προσπαθεί να πείσει τον Νετσάτι να δεχτεί για μπεσλεμέ τη Χάβα, η στάση όμως του Σεβκέτ θα προκαλέσει απρόβλεπτα προβλήματα και συγκρούσεις.
Ο Άλπερ αφηγείται με ένα ήρεμο, ράθυμο τόνο την ιστορία του, συνδυάζοντας με ισορροπία το χιούμορ με το δράμα, προσπαθώντας να σκιτσάρει με ειλικρίνεια και χωρίς να τους κρίνει τους διάφορους χαρακτήρες του (κανένας δεν είναι εντελώς καλός ή εντελώς κακός) χρησιμοποιώντας τους φυσικούς χώρους (τη φύση, τα χειμωνιάτικα, χιονισμένα τοπία της περιοχής), φωτογραφημένους με ξεχωριστή φροντίδα από τον Έρμε Ερκμέν, για να σχολιάσει τις καταστάσεις αλλά και να τονίσει τη ψυχολογική κατάσταση των διαφόρων χαρακτήρων του, ιδιαίτερα των τριών κοριτσιών, που η κάθε μια, με το δικό της, συχνά θλιβερό τρόπο προσπαθεί να βρει τρόπο να φύγει από το χωριό, όπως στην περίπτωση της Νούρχαν, η οποία, αρχικά, προσποιείται την άρρωστη, πιστεύοντας πως έτσι θα πείσει τον Νετσάτι να την ξαναπάρει, για να καταλήξει τελικά βαριά άρρωστη, χωρίς την κατάλληλη φροντίδα, εξαιτίας του αποκλεισμού του χωριού από τα χιόνια.
Νίνος Φένεκ Μικελίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα enetpress.gr