BULLET TRAIN - Θοδωρής Δημητρόπουλος
Τι θα γίνει αν αφήσεις μισή ντουζίνα επαγγελματίες εκτελεστές στο ίδιο δρομολόγιο της υπεραταχείας από το Τόκιο στο Κιότο, με αποστολές που χωρίς οι ίδιοι να το περιμένουν, αρχίζουν να μπλέκονται η μία μες στην άλλη; Η δράση κινείται από βαγόνι σε βαγόνι καθώς ταυτότητες αποκαλύπτονται σταδιακά και κίνητρα έρχονται σε σύγκρουση με αποτέλεσμα ένα ντόμινο συμπτώσεων και απίθανων εξελίξεων με πρωταγωνιστές ένα καστ που το διασκεδάζει, με κεντρική φάτσα τον Μπραντ Πιτ (που έχει υπάρξει απείρως καλύτερος ως ακαθόριστα καρτουνίστικη περσόνα), και με καλύτερο όλων των Μπράιαν Ταϊρί Χένρι (του “Atlanta”) που κάνει διασκεδαστικό δίδυμο με τον Άαρον Τέιλορ Τζόνσον (“Avengers: Age of Ultron”). Οι δυο τους καταλαβαίνουν πώς να εισάγουν πάθος και ακόμα και πόνο σε δύο χαρακτήρες γραμμένους ως αυτοκόλλητα.
Ο Ντέιβιντ Λιτς, συν-σκηνοθέτης του πρώτου “John Wick”, κι έχοντας στο ενδιάμεσο σκηνοθετήσει διάφορα μέτρια σίκουελ άλλων franchise, επιστρέφει με το πρώτο του μη franchise φιλμ μετά το “Atomic Blonde” με την Σαρλίζ Θερόν. Όλα τα ποπ στοιχεία του πρώτου “John Wick” μεταφέρονται εδώ, σε μια επιφανειακά πανκ άνιμε χρωματική πανδαισία που ακολουθεί ένα μάτσο ιδιόμορφους χαρακτήρες σε δαιδαλώδεςι αφηγηματικές διαδρομές που μοιάζουν γραμμένες από τον μεγαλύτερο θαυμαστή του Κουέντιν Ταραντίνο (στα ‘90s).
Οι διάφοροι εκτελεστές γράφονται με τρόπους που υπογραμμίζουν εκκωφαντικά τις παραξενιές και τις ιδιομορφίες του και σε συνδυασμό με την αναίτια διάρκεια και κουρασμένη από ιδέες τρίτη πράξη, πραγματικά κάνουν το φιλμ να δοκιμάζει τα όρια του θεατή από ένα σημείο και μετά. Το πρώτο μισό ειδικά είναι εξαιρετικά διασκεδαστικό, όσο ακόμα τα νάζια των εκτελεστών δεν έχουν προλάβει να γίνουν μανιέρα κι όσο τα πάντα παραμένουν ευχάριστα χαοτικά. Ο Λιτς έτσι κι αλλιώς είναι ένας σκηνοθέτης που ξέρει πώς να δημιουργεί ορμητική, παλπ αφήγηση μέσω εκρηκτικής δράσης γεμάτης σπαρταριστές ιδέες και gags.
Ανάλαφρη, πολύχρωμη και διασκεδαστική περιπέτεια που σκοντάφτει όταν μπλέκεται αφηγηματικά γύρω από τον εαυτό της, όταν φουσκώνει δίχως μέτρο κι όταν επιχειρεί ατυχώς σε σημεία να Σημαίνει Κάτι, ενώ η δύναμή της βρίσκεται σε μια αγνότερη αίσθηση της δράσης που ο Λιτς ξέρουμε πολύ καλά πως κατέχει. Είναι ένα μάθημα που ποτέ δεν ξέχασε ο έτερος συν-σκηνοθέτης του “John Wick”, Τσαντ Σταχέλσκι, ο οποίος δεν έχασε ποτέ το δημιουργικό του κέντρο και συνέχισε –με τα σίκουελ εκείνης της καλτ περιπέτειας– να σκηνοθετεί κλασικής υφής κομψοτεχνήματα δράσης, ταινίες χορογραφημένες περισσότερο σαν βουβό σινεμά παρά ως ποπ ‘90s ξεπατικωσούρες.
Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα news247.gr