ΓΚΡΑΝ ΤΟΥΡ - Στράτος Κερσασνίδης
Εξερευνώντας τα όρια
Το 2013 προβλήθηκε στην Ελλάδα «Ο χαμένος παράδεισος» (Tabu) του πορτογάλου Ντανιέλ Γκόμες, μια γοητευτική ασπρόμαυρη ταινία, «που αποτίνει φόρο τιμής στον Φρίντριχ Μουρνάου και στη βουβή ταινία του “Ταμπού, μια ιστορία των νότιων θαλασσών” που γυρίστηκε το 1930. Η ταινία του Πορτογάλου μπορεί να θεωρηθεί ως άσκηση επάνω στην ταινία του γερμανού εξπρεσιονιστή σκηνοθέτη».
Αυτά έγραφα τότε, λόγια που τα θυμήθηκα με αφορμή την προβολή του «Grand tour» της νέας ταινίας του Γκόμες με την οποία κέρδισε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ των Κανών.
Το 2013 το ταξίδι ήταν μοιρασμένο μεταξύ της Λισαβόνας και της Αφρικής. Τώρα το ταξίδι γίνεται στην Άπω Ανατολή: Ρανγκούν (νυν Γιανγκόν), Σιγκαπούρη, Μπανγκόκ, Σαγκάη, Οσάκα. Όπως λέει ο ίδιος ο σκηνοθέτης, «η ιδέα της ταινίας προέρχεται από ένα ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Σόμερσετ Μομ. Το ταξίδι του ήταν από την Καμπότζη στην Ταϊλάνδη και από εκεί στην Μπούρμα». Έτσι ο Γκόμες ξεκινά το δικό του ταξί που είναι μια εθνογραφική, γεωγραφική περιπλάνηση που μέσα από μια αισθηματική ιστορία-πρόφαση, επιχειρεί μια ονειρική καταβύθιση στα μυστικά του κόσμου και την πολυπλοκότητά του.
Το 1918 στη Ρανγκούν, ένας Βρετανός, ο Έντουαρντ, εξαφανίζεται χωρίς καμία εξήγηση τη μέρα που πρόκειται να παντρευτεί. Ξεκινά ένα ταξίδι διασχίζοντας τις χώρες της Άπω Ανατολής, ενώ τον βασανίζουν χιλιάδες υπαρξιακά ερωτήματα για τα οποία αναζητά απαντήσεις. Εν τω μεταξύ η αρραβωνιαστικιά του η Μόλι, με μια ανεξήγητη χαλαρότητα, με χιούμορ και σχεδόν διασκεδάζοντας ακολουθεί τα βήματά του προσπαθώντας να τον φτάσει. Από τη μια μεριά ο “δραπέτης” Έντουαρντ κι από την άλλη η Μόλι, σε ένα ονειρικό και συχνά υπερβατικό ταξίδι και οι δύο κινούνται σε έναν άγνωστο κόσμο, να γνωρίζουν ανθρώπους και καταστάσεις, ήθη, έθιμα και συνήθειες.
Ασπρόμαυρη ταινία, χωρισμένη σε δύο μέρη -στο πρώτο ακολουθεί τον Έντουαρντ και στο δεύτερο τη Μόλι- ένα μείγμα φαντασίας και ρεαλισμού, μια διερεύνηση των ορίων του πραγματικού κόσμου και του κόσμου του σινεμά.
Ο σκηνοθέτης επέλεξε να ακούγονται στην ταινία έξι γλώσσες ενώ η κάμερά “χάνεται” μέσα στη ζούγκλα, τα ποτάμια, το ανθρώπινο πλήθος των μεγαλουπόλεων. Ποιητικός, λυρικός, ονειρικός αλλά και ταυτόχρονα ρεαλιστικός, δημιουργεί ένα εξαιρετικό ασπρόμαυρο φιλμ που θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω ως ένα μυθοπλαστικό ντοκουμέντο! Δηλαδή ως μία ταινία αφηγηματική, με θέμα τον αγώνα δρόμου μιας κοπέλας να βρει το αρραβωνιαστικό της που το έσκασε, με ταυτόχρονη καταγραφή του υπαρκτού, αληθινού κόσμου που πλαισιώνει τη μυθοπλασία.
Επίσης στην ταινία συνδυάζονται εσωτερικά γυρίσματα σε στούντιο με σύγχρονες εικόνες γυρισμένες εξωτερικά, χωρίς σενάριο.
Υπέροχη καθαρή, διαυγής ασπρόμαυρη φωτογραφία απόλυτα ταιριαστή για αυτήν την πανέμορφη σινεφιλική ταινία που αποτελεί την επίσημη πρόταση της Πορτογαλίας για το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας.
Στράτος Κερσανίδης
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kersanidis.wordpress.com