Μενού

ΑΠΡΙΛΗΣ - Νίκος Παλάτος

Trailer

Νοσοκόμα – μαία σε επαρχιακό νοσοκομείο της Γεωργίας μπαίνει σε φάση εύθραυστης ενδοσκόπησης, όταν αφενός κατηγορείται για λάθος το οποίο στοίχισε τη ζωή νεογέννητου βρέφους, αφετέρου οι κατ’ οίκον αμβλώσεις που πραγματοποιεί παρανόμως απειλούνται να έρθουν στο φως.

Συγκριτικά με το ντεμπούτο της, «Εν Αρχή» (2020), το οποίο διανεμήθηκε στις ντόπιες αίθουσες στις αρχές του περασμένου Νοέμβρη, ο «Απρίλης» κάνει κάποια μικρά βήματα μπροστά για την Ντέα Κουλουμπεγκασβίλι. Ως βασικός λόγος γι’ αυτό στέκει το γεγονός ότι η Γεωργιανή auteur καταπιάνεται με ένα θέμα που αφορά, προσπαθώντας (επιπλέον) να το αντιμετωπίσει με μια κάποια αφηγηματική διάθεση. Πρώτα, όμως, βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι! Η video art τάση που η σκηνοθέτις είχε με σαφήνεια καταθέσει στο «Εν Αρχή» ενσκήπτει και σε τούτο το δεύτερό της εγχείρημα, με τα αργόσυρτα μακρινά πλάνα όπου… απολύτως τίποτα δε συμβαίνει να δηλώνουν εκ νέου παρόντα, προσθέτοντας ανούσια λεπτά διάρκειας, λες και το έχει κάνει τάμα οι ταινίες της να ξεπερνούν τις δύο γεμάτες ώρες.

Ο θάνατος ενός βρέφους στον θάλαμο τοκετού ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για τη μαία Νίνα, καθώς ο οργισμένος πατέρας την κατηγορεί στη διοίκηση του νοσοκομείου πως η ευθύνη για το τραγικό συμβάν ήταν δική της. Η φημολογία που από καιρό σέρνεται στους διαδρόμους της κλινικής περί των αμβλώσεων που η ίδια επιχειρεί σε φτωχές νεαρές γυναίκες στην επαρχία βγαίνει στην επιφάνεια, επιβαρύνοντας την ήδη δυσχερή θέση της. Η έρευνα που ξεκινά για αμφότερες τις καταγγελίες φέρνει την ηρωίδα σε σημείο να μην μπορεί να ελέγξει απόλυτα τα συναισθήματά της, με τη συνοχή του χαρακτήρα της σταδιακά να ολισθαίνει.

Το ταλέντο της Κουλουμπεγκασβίλι στα καδραρίσματα που μοιάζουν με πίνακα ζωγραφικής (γνώρισμα που είχαμε επισημάνει και στο «Εν Αρχή») επανεμφανίζεται στον «Απρίλη», μαζί με τις ολοφάνερες (πια) ματιές προς το μοντέλο αφήγησης της αποκαλούμενης «ρουμανικής σχολής», όχι μόνο γιατί το θέμα θυμίζει ελαφρώς το «4 Μήνες 3 Εβδομάδες & 2 Μέρες» (2007) του Κριστιάν Μουντζίου, αλλά και επειδή το ύφος με το οποίο ξεδιπλώνεται το βασικό στόρι παραπέμπει ακριβώς εκεί. Η (όχι και τόσο ξαφνική) εμφάνιση ανδρικής επιθετικότητας, η γενικότερη κοινωνική ένδεια και η πάλη της Νίνα με τον συμβολικά «τερατώδη» άλλο της εαυτό επιχειρούν ν’ αναπτύξουν με τρόπο στοχαστικό το αδιέξοδο προς το οποίο βαδίζει η κεντρική ηρωίδα, εκθέτοντας παράλληλα τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού και το δύσκολο της διαβίωσης στη φτωχική γεωργιανή επαρχία.

Ενώ όλα αυτά έχουν ενδιαφέρον, τόσο από τη σκοπιά του προβληματισμού περί του φλέγοντος ζητήματος των αμβλώσεων, όσο και από πλευράς σύγχρονου γυναικείου στοχασμού για θέματα επαγγελματικής και σεξουαλικής φύσης, η Κουλουμπεγκασβίλι ατυχώς καταλήγει να τα υποβαθμίσει με δύο βασικά τρόπους. Ο πρώτος (και πλέον… διαδεδομένος στο σημερινό art-house) είναι η απροθυμία ολοκλήρωσης των δύο βασικών σεναριακών αξόνων του φιλμ. Είτε η Νίνα φταίει για τον θάνατο του βρέφους, είτε όχι… το ένα και το αυτό! Παρομοίως, δε, και για τις κατ’ οίκον αμβλώσεις, αφού αμφότερα ως καταγγελίες δια απόδοση ευθυνών μένουν στον αέρα. Ο δεύτερος τρόπος εμπεριέχει το στοιχείο του άβολου όσο και αχρείαστου «shock value». Για ασαφείς (κατ’ εμέ) λόγους, η auteur διανθίζει την ταινία της με τρεις μεγάλες σε διάρκεια σεκάνς, όπου καταγράφονται δύο περιπτώσεις αληθινών τοκετών (με φυσικό τρόπο και καισαρική, αντίστοιχα), καθώς και μία διαδικασία άμβλωσης (με την κάθε σκηνή να διαρκεί άνω των πέντε λεπτών). Η επιλογή αυτή, σε συνδυασμό με τα ατελείωτα πλάνα από… λιβάδια με παπαρούνες, στρέφουν (κατά τη γνώμη μου) τη συζήτηση περί της ουσίας του φιλμ μακριά από τα επιδιωκόμενα του κληρικαλισμού, της αδυναμίας οικογενειακού προγραμματισμού ή της κραυγαλέας ανοχής στα αναγκαστικά παντρολογήματα των νεαρών κοριτσιών, καθότι αυτά μοιάζουν τελικά με ελάσσονα μπροστά στα… μείζονα των πεντάλεπτων (και βάλε) επαναλαμβανόμενων cut. Ειλικρινά, αν η Κουλουμπεγκασβίλι έκοβε δύο λεπτά από κάθε σκηνή της ταινίας της, θα μιλούσαμε για το ίδιο ακριβώς φιλμ, αλλά με πολύ πιο ευνοϊκούς όρους.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ενδιαφέροντες προβληματισμοί, αδυναμία σαφούς εκτέλεσης. Το αιώνιο δίπτυχο του σύγχρονου art house «χτυπάει» σε τούτο τον «Απρίλη» (με bonus την αχρείαστα μεγάλη διάρκεια ένεκα… «auteur»), όσο κι αν Ντέα Κουλουμπεγκασβίλι παλεύει σε επιμέρους σημεία να του ξεφύγει. Οι δύο πραγματικές σεκάνς τοκετού, καθώς και εκείνη της άμβλωσης, ενδέχεται ν’ ανακατέψουν τα πιο ευαίσθητα στομάχια.

Νίκος Παλάτος
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα freecinema.gr

Smart Search Module