Μενού

Ο Πάνος Χ. Κούτρας μιλάει στην Δήμητρα Κυρίλλου

koutras1

Προσγειώθηκε στην ελληνική κινηματογραφική σκηνή με έναν «γιγάντιο μουσακά», ενώ καθιέρωσε την αναζωογονητικά queer ματιά του μέσα από τα – κινηματογραφικά – ταξίδια του στη «Στρέλλα», το «Ξενία» και το πολύ πρόσφατο «Dodo». Παράλληλα, κατεδάφισε πολλά στερεότυπα και ταμπού σχετικά με τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, από το ποια είναι, ποιοι άνθρωποι την αποτελούν μέχρι το πώς οι άνθρωποι αυτοί απεικονίζονται στο σινεμά, ενώ επιχείρησε και μια βαθύτερη ματιά στην ίδια την Ελληνική κοινωνία και τους θεσμούς της. Για όλα αυτά (αλλά και για πολλά άλλα) ο Πάνος Κούτρας θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες Queer Κινηματογραφιστές της γενιάς του.

Π.Κ.:  Έχουμε γνωριστεί;

Είχαμε γνωριστεί με αφορμή την «Ξενία», όταν είχε πρωτο-κυκλοφορήσει, σε μια συνάντηση που είχαμε με μια ακτιβίστικη ΛΟΑΤΚΙ+ ομάδα.

Π.Κ.: Ο ακτιβισμός αποτελεί πολύ μεγάλο και μακρύ κομμάτι της ζωής μου και σε πολλές χώρες μάλιστα, ξεκίνησα από την Αγγλία, συνέχισα στη Γαλλία και κατέληξα στην Ελλάδα, όπου κάναμε και το πρώτο Pride, τότε  ήμουν ήδη μεγάλος, ήταν πολύ δύσκολες μέρες και θα ήθελα να αναφερθούμε σ’αυτές, γιατί τις ξεχνάμε εύκολα, ειδικά οι νεότεροι, εκείνες τις μέρες του 2003, 2004, 2005.

Λες για την επιδρομή στο bar Spices και τη γέννηση του Πολύχρωμου Φόρουμ;

Π.Κ.:  Ακριβώς, θυμάμαι το πρώτο meeting είχε γίνει μετά το Spices στο Λάμδα και είμασταν κάπου 20 άτομα, πριν γίνει οτιδήποτε, μόλις είχε αυτοκτονήσει ο άνθρωπος στη φυλακή, ήταν κάτι φρικτό. Πρέπει να ήταν Φεβρουάριος ή Μάρτιος του 2003, το θυμάμαι καθώς έχω ορόσημο τα γυρίσματα της δεύτερης ταινίας μου.

Αργότερα ωστόσο στο Πολυτεχνείο στο κτήριο Γκίνη έγινε μια μαζική συνάντηση...

Π.Κ.:  Ναι αυτή ήταν πολύ πιο μαζική. Όπως σου είπα, είχα γυρίσει από τη Γαλλία και γύριζα τη δεύτερη ταινία μου, την «Αληθινή ζωή».  Έπαθα σοκ, αν και στο Παρίσι ήμουν με το Act Up, είχα κάνει τα ακτιβιστικά μου δηλαδή, πλησίαζα τα 40... Δε θα το ξεχάσω ποτέ. Αυτά δεν πρέπει να τα ξεχνάμε, ξέρεις η μνήμη στην Ελλάδα είναι πολύ επιλεκτική. Τα μεσημεριανά προγράμματα διαφόρων που είναι και σήμερα στην TV έλεγαν πράγματα του επιπέδου «αυτοί οι άνθρωποι (οι gay) δεν πρέπει να μπορούν να κινούνται παντού, πρέπει να τους περιορίσουμε σε κάποια γειτονιά», τέτοια ανήκουστα. Το ΑΚΟΕ είχε αποδυναμωθεί πάρα πολύ, δεν θυμάμαι ποιος ακριβώς κάλεσε τη συνάντηση, ωστόσο ο ιδιοκτήτης του Λάμδα έδωσε το χώρο του club -όπως ξέρεις από τα clubs ξεκινάνε όλα (βλ. Stonewall), ήταν μια πρώτη συνάντηση, θυμάμαι τον Παναγιώτη Ευαγγελίδη, τον Γρηγόρη, τη Cyber, τη Μαριανέλα, είπαμε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε. Κι αυτό μεγάλωσε, κάναμε το Πολύχρωμο Φόρουμ, ιδρύθηκε η ΟΛΚΕ και φτάσαμε στο πρώτο Athens Pride το 2005.

Ναι κάπως έτσι τα θυμάμαι κι εγώ, κι αυτό το πρώτο Pride δεν ήταν απλή υπόθεση, θυμάσαι τα τρικάκια που βρήκαμε πεταμένα;

Π.Κ.:  «Έξω πούστη απ΄την Αθήνα», την έχω κρατήσει τη φωτογραφία, θα σου τη στείλω, την καρφίτσωσα στη μπλούζα μου και κυκλοφορούσα μ’αυτήν όλη μέρα, δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ευτυχώς, πήγαμε στην Κλαυθμώνος πρωί-πρωί και μαζέψαμε και το τελευταίο φέιγ βολάν. Ήταν μάθημα ζωής για μένα, αστυνομία παντού, κανείς δεν πίστευε ότι θα μπορέσουμε να βαδίσουμε, κάποια στιγμή πήγα στη Μαριανέλλα και μου λέει «όχι θα σηκώσουμε τη σημαία!». Το κάναμε, είχαμε και τις σφυρίχτρες μας και όταν κάποια στιγμή γύρισα πίσω είδα περισσότερα από 200 άτομα, και ήταν συγκινητικό που κάθε χρόνο μεγάλωνε.

Είναι κομμάτι της ιστορίας μας...

Π.Κ.: Για μένα μεγάλο κομμάτι, μια δεύτερη νεότητα, δεν ήμουν 20 χρονών, έλεγα «τι κάνω εδώ;». Είχα βιώσει τη «μπουλντόζα» -έτσι λέγαμε το aids, στο Παρίσι-, όλη μου η παρέα ξεκληρίστηκε, τους έχασα όλους, αποφεύγω να το λέω, οι περισσότεροι πέθαναν. Είχα βγει από αυτό, άνοιγα ένα νέο κεφάλαιο στην Ελλάδα και σκέφτηκα, «θα ζήσω έτσι; θα αναιρούνται τα δικαιώματά μας;» εκεί τα πήρα. Δεν ήταν ανιδιοτελές, δεν ήθελα η χώρα μου, στην οποία μόλις επέστρεψα  να είναι τόσο πίσω, οπότε μπήκα πολύ δυναμικά

Εγώ δεν το βίωσα τόσο άμεσα, αλλά θαρρώ πως ο HIV ξεκλήρισε μια ολόκληρη γενιά ακτιβιστών, το ΑΚΟΕ, το κύμα της μεταπολίτευσης. Έπρεπε να φτάσουμε στο Πολύχρωμο Φόρουμ για να ανασυγκροτηθεί η κοινότητα, να δημιουργηθούν νέες συλλογικότητες και νέες διεκδικήσεις, βέβαια χρειάζονται πολύ περισσότερα... 

Π.Κ.:  Το βασικό: Ο γάμος. Για να τα λέμε κι αυτά, το θεωρώ πολύ σημαντικό, ειδικά τώρα που έχουμε εκλογές. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει η συλλογικότητα σε αντίθεση με τις Αγγλοσαξονικές χώρες, χρειάζεται πόνος για να δημιουργηθούν συλλογικότητες. Οι Έλληνες είναι πολύ μπλαζέ, πρέπει να φτάσουν τα πράγματα στα όρια. Το βλέπω τώρα πάλι που η κατάσταση έγινε κάπως κουλ, έχει εξασθενήσει η διεκδίκηση. Πηγαίνοντας προς εκλογές, θα έπρεπε ο γάμος να βρίσκεται στην ατζέντα όλων των κομμάτων, είναι απίστευτο που δεν υπάρχει καμιά συζήτηση.

Η δική μου ερμηνεία είναι ότι τα κόμματα εξουσίας επιθυμούν τις ψήφους της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, αλλά προτιμούν να χαϊδεύουν και τα συντηρητικά αυτιά.

Π.Κ.: Ναι αλλά η κοινότητα δεν αντιδρά όπως όφειλε, δηλαδή πρέπει να φτάσουμε ξανά σε ένα νέο Spices; Αυτό είναι το παράπονό μου.

Ξέρεις αυτά τα πράγματα όπως και η ίδια η ιστορία δεν προχωρούν με ευθύγραμμη πορεία…

Π.Κ.: Το ξέρω, ναι πάμε ένα βήμα μπρος δύο πίσω, δύο μπρος, πέντε πίσω κ.ο.κ. Αλλά νομίζω πως θα έπρεπε οι οργανώσεις -εγώ βέβαια απουσιάζω, γέρασα...

Μπα… (γέλια)

Π.Κ.:  ...αισθάνομαι ότι, πρέπει κάτι να γίνει, να στις Αγγλοσαξονικές χώρες κάνουν lobbying, πιέζουν τα κόμματα ότι δεν θα τους ψηφίσει η λοατκι+ κοινότητα, εάν δεν, fuck you! Είναι διαφορετική η αντίληψη της πολιτικής, της κοινωνίας, το πώς αντιδρά ο κόσμος στην Ελλάδα, κάθε κοινωνία έχει τη δική της ταυτότητα και στο πώς αντιμετωπίζει τα λοατκι+ ζητήματα, αλλιώς είναι στην Αγγλία, αλλιώς στη Γαλλία, είναι διαφορετική ιστορία.

Πιστεύεις ότι αυτό οφείλεται στη χρονική καθυστέρηση, χούντα, μεταπολίτευση, νόμος για αφροδίσια, και μέχρι να ξεδιπλωθεί το κίνημα με το ΑΚΟΕ, ήρθε το aids που έλεγες πριν. Η Ελλάδα πάντως έχει να επιδείξει κοινωνικές αντιστάσεις.

Π.Κ.: Ναι αλλά στις κοινότητες-συλλογικότητες και στο ζήτημα των δικαιωμάτων νομίζω η Ελλάδα δεν έχει μεγάλη ιστορία. Είχα την τύχη η πρώτη μου ταινία («Η επίθεση του γιγάντιου μουσακά»), να προβληθεί σε πολλά queer φεστιβάλ του κόσμου, ήμουν προσκεκλημένος σαν queer σκηνοθέτης και όταν με ρωτούσαν, συνειδητοποίησα ότι είναι τρομερά υποκριτική κοινωνία η Ελληνική, π.χ. οι λεσβίες και γκέι πολιτικοί, αθλητές, κλπ. -δεν λέμε ονόματα-, ακόμα δεν έχουν κάνει coming out, ενώ στην Αγγλία π.χ. έχουν κάνει. Αυτό πιστεύω έχει να κάνει με την κουλτούρα, με τη θρησκεία, το γεγονός ότι είμαστε η μόνη χώρα της Ευρώπης όπου δεν έχει γίνει ο διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους είναι πολύ ενδεικτικό.

Θα έλεγα ότι είναι πιο περίπλοκο αλλά τελικά χειρότερο, σήμερα έχουμε κάποιους (λίγους) πολιτικούς που έχουν κάνει coming out, ωστόσο η σχέση τους με την λοατκι+ κοινότητα και τις διεκδικήσεις της είναι «a la carte», δηλαδή τοποθετούνται κάποια στιγμή σε κάποιο θέμα, αλλά καταπίνουν ένα σωρό άλλα κρισιμότατα ομοφοβικά περιστατικά και κάνουν ότι δεν κατάλαβαν.

Π.Κ.: Ακριβώς, είναι αστείο, η μητέρα μου για παράδειγμα ήξερε ότι η τάδε τραγουδίστρια, η τάδε πολιτικός ήταν λεσβίες, θα αγόραζε τους δίσκους της πρώτης, παρακολουθούσε και εκτιμούσε τη λεσβία δημοσιογράφο και πολιτικό αλλά ποτέ μιλώντας δεν θα ανέφερε στην παρέα της τη λέξη «λεσβία», όλοι το ξέρανε αλλά κανείς δεν θα έλεγε τη λέξη!

Μήπως αυτό συμβαίνει επειδή οι λεσβίες είμαστε εκτός όλων των άλλων και αόρατες;

Π.Κ.: Όχι, ακόμα και ο Γιώργος Μαρίνος, -να ναι καλά εκεί που είναι, που ήταν outed, στην παρέα της μητέρας μου -σαν παράδειγμα της κοινωνίας κατά τις δεκαετίες 1960-70-,  που το ξέρανε, το λεγε κι ο άνθρωπος ότι είναι γκέι, δεν το ανέφεραν, υπήρχε μεγάλη υποκρισία, αρκούσε να μην το πούνε. Όλοι ήξεραν ότι ο Χατζηδάκης, ο Κουν, ο Τσαρούχης ήταν αδερφές, αλλά δεν το λέγανε ποτέ.

Αυτό έχει αλλάξει αρκετά σήμερα, ειδικά στους νεότερους ανθώπους

Π.Κ.: Και πάλι, λιγότερο από άλλες χώρες της Ευρώπης. Χαίρομαι που υπάρχουν άνθρωποι όπως ο Σεργουλόπουλος, ο Καπουτζίδης, -οι λεσβίες είναι πολύ λιγότερες όπως λες και το καταλαβαίνω απόλυτα, πιο δύσκολο ειδικά σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία όπως η Ελληνική, αλλά είναι λίγοι.

Στην Ελληνική queer κοινότητα υπάρχει εποχή «Προ Στρέλλα» και «Μετά Στρέλλα», τόσο σημαντική πιστεύω ότι ήταν η επίδραση της ταινίας σου, και χωρίς να υποτιμώνται με αυτό πολλές άλλες αξιόλογες queer ταινίες. Αυτό σκεφτήκαμε στο Antivirus όταν θελήσαμε να παρουσιάσουμε έναν σημαντικό Έλληνα queer κινηματογραφιστή, κι όταν λέμε queer κινηματογραφιστή, δεν εννοούμε έναν δημιουργό με queer σεξουαλικό προσανατολισμό,  αλλά αναφερόμαστε στη ματιά, το βλέμμα (gaze), από το οποίο βλέπει και παρουσιάζει τα πράγματα.

Π.Κ.: Ναι, ναι, ναι! Πολλοί μου λένε ότι περιορίζει την τέχνη σου, το σινεμά σου, μπορεί για κάποιους, όχι μόνο στην Ελληνική κοινωνία, αλλά στη Γαλλική, την Αμερικάνικη, από την άλλη, είναι κάτι το οποίο για μένα είναι αξεπέραστο σε οτιδήποτε κάνω, σκέφτομαι, γράφω. Ότι είμαι γκέι, είναι ένα συστατικό της προσωπικότητας μου, οτιδήποτε κάνω είναι συνυφασμένο μέσα και πέρα από αυτό.

Δεν πρέπει να χάνουμε τον ορίζοντα, το Queer culture αποτελεί πολύ μεγάλο μέρος της κουλτούρας, της ιστορίας όλου του κόσμου. Ξεκινώντας από τις αρχαίες τραγωδίες μέχρι τον μεσαίωνα, τον Σέξπιρ, τον Όσκαρ Ουάλντ,τον  Άντερσεν, τον Προυστ, υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της τέχνης φτιαγμένο από queer ανθρώπους, κι αυτό διέπει το έργο τους, είναι σημαντικό να το ξέρουμε γιατί θα το αφήσουμε εμείς σαν παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Όταν διαβάζεις το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» ή όταν βλέπεις μια ταινία του Τζορτζ Κιούκορ που ουσιαστικά δεν είναι γκέι (η ταινία ως θέμα), αλλά ήταν γκέι ο ίδιος και έκανε ένα γυναικείο σινεμά, λάτρεψε τις γυναίκες, ή όταν διαβάζεις το «Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι», δεν έχει σημασία αν μιλά για τους γκέι. Από  τη στιγμή όμως που θέλεις να το αναλύσεις, να πας λίγο πιο πέρα, έχει μεγάλη σημασία. Το σημαντικό είναι ότι στοιχειοθετεί ένα μεγάλο κομμάτι του πολιτισμού μας που είναι queer, και αυτό ισχύει και στην Ελλάδα.

Πρόσφατα είχαμε μια συζήτηση στο πλαίσιο του ΦΚΘ, όπου έγινε μια ιστορική αναδρομή στην camp αισθητική, τον αρχικά υπαινικτικό τρόπο ανάδειξης της queer σεξουαλικότητας, τα βήματα που έγιναν στη μεταπολίτευση, μέχρι και το New queer cinema, το οποίο αναφέρθηκε ότι σφραγίζεται από τη «Στρέλλα». Εσύ πού τοποθετείς το σινεμά σου σε σχέση με αυτό το ρεύμα που μόλις τώρα περιέγραψες; το σινεμά σου σε σχέση με την εξέλιξη του queer cinema;

Π.Κ.: Τοποθετώ τον εαυτό μου μέσα στον τεράστιο ωκεανό του queer culture. Ένας πολύ αγαπημένος μου φίλος είναι ο Τάκης Σπετσιώτης, τον οποίο γνώρισα νωρίς στη ζωή μου και με επηρέασε, έκανε ένα αμιγώς queer σινεμά σε μια εποχή που δεν ήταν καθόλου προφανές. Είμαστε μαζί στο Λονδίνο και μοιραστήκαμε πολλά, τον θαυμάζω και τον εκτιμώ πολύ όπως και τον Κωνσταντίνο Γιάνναρη που γνώρισα την ίδια εποχή. Οπότε δεν ξέρω να τα βάλω σε κάποια σειρά, θεωρώ ότι όλοι είμαστε κομμάτι μιας queer κουλτούρας και είναι σημαντικό να οριοθετείται για τον θεατή που θέλει να εξερευνήσει μια ταινία ή ένα έργο τέχνης.

Θα ήθελα να πάμε λίγο στο ξεκίνημα, στην πρώτη σου ταινία, την «Επίθεση του γιγάντιου μουσακά», την οποία ομολογώ ότι την είδα χρόνια αργότερα, -αν δεν απατώμαι όταν πρωτοβγήκε παίχτηκε για πολύ λίγο κι όποιος πρόλαβε... Πώς έφτασες στον Μουσακά; Τι έκανες πριν;  

Π.Κ.: Έκανα ταινίες μικρού μήκους, τηλεόραση και διαφημήσεις. Συγκεκριμένα τον «Μουσακά» τον έκανα με λεφτά που είχα βγάλει κάνοντας διαφημήσεις, συν κάποια που μου έδωσαν οι συνεργάτες μου, ο Ίων Κώνστας που ήταν συμπαραγωγός και η Μαριάννα Παπαγεωργίου που έκανε τα ντεκόρ, ένα εκατομμύριο δραχμές η Μαριάννα, κάτι περισσότερο ο Ίων.  Ήταν μια ταινία τα γυρίσματα της οποίας υποτίθεται θα κρατούσαν τρεις βδομάδες, την ξεκίνησα με πολύ θυμό γιατί αισθανόμουν στο περιθώριο κάπως, και τελικά μου πήρε τρία - τριάμισι χρόνια να την τελειώσω αλλά χάρηκα τόσο πολύ γιατί έκανα αυτό που ήθελα. Και τώρα που τη βλέπω καμιά φορά διερωτώμαι, πώς είναι δυνατόν κι έκανες αυτό το πράγμα, τι θράσος που είχες Κούτρα!

Ο Εντ Γουντ θα ήταν πολύ περήφανος αν μπορούσε να τη δει...

Π.Κ.:  Ναι ναι, νομίζω ότι δεν θα το καταλάβαινε πάρα πολύ, αλλά εγώ θα ήμουν περήφανος αν μπορούσε να τη δει, γιατί τον αγαπώ πολύ.

Με είχε εντυπωσιάσει, εκτός από το στόρι και την προφητική αναφορά στα μίντια, ο τρόπος που παρουσίασες queer άτομα, όχι σαν καρικατούρες, είχαν το γκροτέσκο της ταινίας, αλλά δεν ήταν στερεοτυπικοί χαρακτήρες, η Τάρα για παράδειγμα...

Π.Κ.: Ναι ναι η Τάρα, ο Γιάννης Αγγελάκης, έχει πεθάνει, υπέροχος άνθρωπος. Ο Γιάννης έκανε φοβερή δουλειά, δεν ήταν τρανς girl, έκανε drag shows, δεν θα το ξεχάσω ποτέ, κάναμε έξι μήνες πρόβες και άρχισε να βγάζει τα φρύδια και ν’αλλάζει τα μαλλιά του με δική του πρωτοβουλία προοδευτικά, μήνα με μήνα, μέχρι που όταν έφτασε η μέρα των γυρισμάτων είχε γίνει η Τάρα. Έκανε ρόλο σύνθεσης (compsition role), ένας υπέροχος άνθρωπος, ταλαντούχος, χαρισματικός, χάθηκε νωρίς, R.I.P.

Αυτό το απρόβλεπτο και διφορούμενο, που έρχεται και τα ανατρέπει όλα, αυτό λοιπόν το στοιχείο θαρρώ ότι επιστρέφει στην τελευταία σου ταινία, το «Dodo», έχω την αίσθηση ότι είναι Κούτρας συμπυκνωμένος -όλα σε μια ταινία. Ποια είναι η δική σου γνώμη;

Π.Κ.: Ναι, μπράβο, συμφωνώ, χαίρομαι πολύ που το λες αυτό! Είναι για μένα αυτό, το Dodo   είναι το τέλος ενός κύκλου, χωρίς να ξέρω αν θα ακολουθήσει άλλος (γέλια) και ποιος θα είναι αυτός, αλλά είναι πολύ σωστό αυτό που λες και παραπέμπει πολύ στον «Μουσακά», έχουμε κι εδώ μια ταινία ensemble, παρακολουθεί διαφορετικές ιστορίες, γκρουπς ανθρώπων που συγκλίνουν εξαιτίας του υποτιθέμενου εξωτερικού κινδύνου, που ίσως τελικά είναι ο ίδιος τους ο εαυτός, η κοινωνία, ναι έχουν πολλά κοινά.

Και συνδύασες διαφορετικά θέματα, όπως η «αγία Ελληνική οικογένεια» στην εποχή της κρίσης, η μετανάστευση – προσφυγιά, η ρευστότητα φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού

Π.Κ.: Είναι μια post (μετα) ταινία. Ο πατέρας βρίσκει μια non binary γυναίκα και την παίρνει σπίτι, η μητέρα βρίσκει έναν Σύριο πρόσφυγα και τον φέρνει κι αυτόν σπίτι χωρίς πρόβλημα και κανείς δεν αναρωτιέται για τη σεξουαλικότητα, είναι κάτι στο οποίο έχω ένα παράπονο γιατί δεν το θεσαν αρκετά, ειδικά στην κριτική, δηλαδή ότι η ταινία δείχνει μια κοινωνία που έχει αποδεχθεί τη διαφορετικότητα. Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού, δεν είναι αν η Τζεφ Μοντάνα είναι non-binary ή ο Χαλίλ ένας Σύριος πρόσφυγας, -είναι και αυτό-, ούτε ότι ο Σωκράτης γαμάει και άντρες και γυναίκες κάθε ηλικίας, πάει παντού και τα κάνει όλα και συμφέρει, γι’αυτό λέω ότι παραπέμπει στον «Μουσακά», θυμάσαι η Τάρα ήθελε να γίνει “the most beautiful girl in the world”, ήθελε να γίνει top model.

Ναι, και σχεδιάστρια μόδας και top model. Και βουνό και θάλασσα! 

Π.Κ.: Ακριβώς (γέλια), πάντως τότε στη Στρέλλα θυμάμαι είχε υπάρξει μια αντίδραση από μια μερίδα τρανς γυναικών που έλεγαν ότι ο κόσμος των τρανς δεν ήταν τόσο ιδανικός και δεν ήταν. Εμένα αυτό που με ενδιαφέρει πάντα, είναι να κάνουμε το επόμενο βήμα, ο Γιώργος, ο πρώην κατάδικος δεν έχει πρόβλημα που η Στρέλλα είναι τρανς, κανένα, ίσα-ίσα της το λέει και αμέσως μετά φιλάει τα σιλικονάτα στήθη της με πολλή αγάπη. Το θέμα μας είναι αλλού, ας πάμε ένα βήμα μετά.

Το θέμα της οικογένειας επιστρέφει στις ταινίες σου. Το μοντέλο άντρας-γυναίκα-παιδιά δεν είναι πάντα λειτουργικό. Το βρήκα συγκινητικό ότι στη Στρέλλα προβάλλεις ότι οικογένεια μπορεί να είναι κάτι άλλο, τα άτομα με τα οποία είσαι μαζί.

Π.Κ.: Στη Στρέλλα σίγουρα, π.χ. η δική μου οικογένεια τυγχάνει να έχει υπάρξει δυσλειτουργική αλλά αυτή τη στιγμή με μια υπέργηρη μητέρα και έναν αδελφό είναι υπέροχη, βέβαια λείπει ο πατέρας. Έχει πάρα πολλές μορφές, όσες το δακτυλικό αποτύπωμα κάθε ανθρώπου και κάθε οικογένεια είναι διαφορετική. Μπορεί να βρεις μια αρχετυπική Ελληνική οικογένεια που να λειτουργεί, το πρόβλημα είναι όταν αυτή την μετατρέπουμε σε  «αξία».

Μας την έχουν φορέσει σαν αξία, σαν ένα καθορισμένο πλαίσιο, στο οποίο οφείλουμε να χωρέσουμε, αλλά δεν χωράμε

Π.Κ.: Μπορεί και να λειτουργήσει, τις περισσότερες φορές έχει αποδειχτεί ότι δεν λειτουργεί, αλλά μπορεί και να το κάνει. Το θέμα μας είναι ότι μπορούν να υπάρξουν και άλλες μορφές οικογένειες αυτό ζητάμε, και όχι να καταδικαστεί αυτή, να αφαιρεθεί από την εξίσωση η συγκεκριμένη μορφή, ας υπάρχει, το θέμα είναι να προστεθούν και άλλες μορφές.

Ναι, γι’ αυτό και κρατάμε το αίτημα σαν λοατκι κοινότητα, αλλά για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, υπάρχει επίθεση, υπάρχει alt right και όχι μόνο αυτή, που ισχυρίζεται ότι χρειαζεται ο πυρήνας της οικογένειας, και κινδυνεύει από την λοατκι κοινότητα.  Εδώ κολλάνε οι κραυγές υπεράσπισης της πυρηνικής οικογένειας, δεν ανέχονται μια διαφορετική οικογένεια, γι’αυτό δεχτήκαμε πόλεμο κατά του συμφώνου συμβίωσης, της παιδοθεσίας, για κάποιους είμαστε απειλή.

Π.Κ.: Γιατί; Δεν το καταλαβαίνω αυτό, παράλογο και αναχρονιστικό, είναι ένα debate, μια επιχερηματολογία που έχει ξεπεραστεί στο σύγχρονο κόσμο, γιατί πρέπει να την επαναλαμβάνουμε; Το ίδιο με την παιδοθεσία, το ζήτημα έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά και εμπειρικά με χιλιάδες παιδιά γκέι και λεσβιών. Δεν έχουμε να αποδομήσουμε επιχειρήματα, αλλά να παρουμε αποφάσεις, η κοινότητα πρέπει να πιέσει να παρθεί μια απόφαση, αλλιώς fuck you! Θυμίζω τον ρόλο της εκκλησίας που πάει τα πράγματα πίσω, δεν το συνειδητοποιούμε, στην Ελλάδα έχουμε κομμουνιστές που πάνε στην εκκλησία, εδώ τελειώνουν τα επιχειρήματα, είναι μια τρέλλα, τα επιχειρήματα στερεύουν. Είμαστε μια συντηρητική και υποκριτική χώρα, τόχω πάρει απόφαση, έχω κάνει τους αγώνες μας, θα τους συνεχίσω όσο μπορώ, ως εκεί.

Μια και λέγαμε για τη Στρέλλα, τη ρευστότητα φύλου και την τρανς ταυτότητα, διάβασα την απάντηση που είχες δώσει σε γνωστή εφημερίδα σχετικά με την κρίση που είχε ξεσπάσει στην Εθνική Λυρική Σκηνή με αφορμή την αρχική επιλογή μη τρανς ατόμου για το ρόλο της Στρέλλας στην οπερική μεταφορά, η θέση σου χαροποίησε πολλούς ανθρώπους...

Π.Κ.: Είναι μια μεγάλη ιστορία. Κοίτα, η Μίνα Ορφανού είναι μια τρανς γυναίκα εξαιρετικού ταλέντου και ποιότητας και πολύ καλός άνθρωπος, ήμουν τυχερός. Δεν θα είχα μπορέσει να κάνω τη Στρέλλα χωρίς τη Μίνα. Αλλά είναι μια ταινία που γυρίστηκε το 2007. Τη Μίνα τη βρήκα το 2006 μετά από τεράστια προσπάθεια και κάναμε ένα χρόνο πρόβες καθώς δεν ήταν ηθοποιός. Αν έκανα την ταινία τώρα, με όλα όσα έχουν μεσσολαβήσει, δεν ξέρω πώς θα την έκανα. Θα έψαχνα πάλι μια τρανς γυναίκα, όμως, -κι αυτό το βρίσκω συναρπαστικό- ο κόσμος άλλαξε από το 2007, και η κοινότητα άλλαξε, τώρα μιλάμε για non binary άτομα κάτι αδιανόητο τότε. Σήμερα μπαίνω στο μετρό στο Παρίσι και βλέπω παιδιά με απροσδιόριστη ταυτότητα, είναι άνδρες; Γυναίκες; και χαίρομαι τόσο πολύ, αισθάνομαι αγάπη και χαρά. Αυτός είναι ένας άλλος κόσμος.

Νομίζω ότι από τη στιγμή που το έργο ασχολείται με αυτό το θέμα, με μια τρανς γυναίκα, αξίζει τον κόπο να βρεθεί μια τρανς γυναίκα, ειδικά στην Ελλάδα όπου να ξαναπούμε ότι χρειαζόμαστε αλλαγές σε πολλά πράγματα, το γάμο την αναγνώριση. Δεν γνωρίζω την κυρία Λέττα Κάππα, αλλά είναι από τις πιο χαρούμενες στιγμές ότι υπήρξε αυτό το ντιμπέιτ, και αξίζουν συγχαρητήρια στους ανθρώπους στη Λυρική που τελικά «έπιασαν» τον παλμό, σταμάτησαν τη διαδικασία και άλλαξαν τη ρότα, το στοίχημα κερδήθηκε, τους βγάζω το καπέλο. Η συζήτηση παραμένει ανοιχτή. Αν υπάρχει ένα παιδί που να πηγαίνει στο ωδείο στη Λαρισα, στο Βόλο, στη Θεσσαλονίκη, στην Καβάλα και είναι ή θέλει να γίνει τρανς γυναίκα και έχει τα φόντα, τη φωνή, γιατί να μην του δοθεί η ευκαιρία; Εγώ αυτό έκανα. Όταν έψαχνα τη Στρέλλα, έβαλα αγγελίες σ’όλη την Ελλάδα ότι έψαχνα τρανς άτομο και είχαν γίνει τρομερές παρανοήσεις, κάποιοι νόμιζαν ότι αφορούσε ταινία πορνό, άστα! (γέλια)

Σχετικά με την ορατότητα και τη ρευστότητα φύλου στο σινεμά: Σαν λοατκι+ κοινότητα έχουμε απαυδήσει, τόσο με το να είμαστε αόρατα, όσο και από την στερεοτυπική απεικόνιση των queer ατόμων. Νομίζω όμως ότι έχουμε διανύσει μια απόσταση από την πεσιμιστική αντιμετώπιση των αρχών του New Queer Cinema όταν το τραγικό στοιχείο ήταν κυρίαρχο. Αν συγκρίνουμε δυο ταινίες ορόσημα, το «Brokeback Mountain» (2005) και το «God’s own country» (2017), σαφώς μεταβλήθηκε ο τρόπος με τον οποίο τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα απεικονίζονται, βιώνουν και αντιμετωπίζουν τη σεξουαλικότητά τους. Θα ήθελα το σχόλιό σου.  

Π.Κ.: Αγαπώ και τις δυο ταινίες πάρα πολύ, βέβαια θα μπορούσε να γίνει ακόμα μία, σε κάποιες χώρες σήμερα ρίχνουν τους γκέι από τα κτήρια, τους λιθοβολούν. Η πρώτη ταινία δείχνει μια ερωτική σχέση του 1960-70, η άλλη αργότερα, σε μια απομακρυσμένη αγροτική κοινωνία της Αγγλίας.

Είμαστε μακριά ακόμη. Έχω επιλέξει να κάνω ένα σινεμά queer μιλώντας για μια κοινωνία που αποτελείται από διαφορετικά άτομα, queer ή όχι, αλλά όχι τόσο για την αποδοχή τους.   Στη Στρέλλα π.χ. το πρόβλημα δεν είναι ότι η ηρωίδα είναι τρανς, και με τον Τάκη Ευαγγελίδη συμφωνούσαμε ότι το ζήτημα είναι άλλο. Το ίδιο και στο «Dodo» τώρα, αυτό είναι δεδομένο. Στο ερώτημα πόσο πολιτικό, στρατευμένο και queer είναι το σινεμά μου, απαντώ πως το στρατευμένο και το queer βρίσκεται στο ότι κάνω αυτές τις ταινίες, όχι μόνο σ’ αυτό για το οποίο μιλάνε οι ταινίες. Κάνω ταινίες που έχουν τρανς γυναίκες, Αλβανούς μετανάστες, άτομα με αναπηρία,  το πολιτικό βρίσκεται στο making, στην κατασκευή.

Ο «άλλος» δεν είναι μόνο ο queer, είναι ο ανάπηρος, ο πρόσφυγας και έχει πάντα θέση και προβολή στις ταινίες σου.

Π.Κ.: Το διαφορετικό είναι κάτι που πάντα με ενδιέφερε και θα με ενδιαφέρει μέχρι το τέλος της ζωής μου, είμαι κι εγώ, …εγώ είμαι ο άλλος ή η άλλη! (γέλια)

Στην Ξενία είχες πάρει το ρίσκο να θίξεις ένα θέμα που τότε ενόχλησε κάποιους.

Π.Κ.: Ναι, πολύ ενόχλησε τους ακροδεξιούς, ήρθανε στα γυρίσματα. Είχαμε τραμπούκους (δεν είπαν ότι είναι Χρυσή Αυγή αλλά καταλαβαίναμε), στη σκηνή της επίθεσης ήρθαν και μας αγκρεσάρανε πάρα πολύ, με ΙΧ που περιφέρονταν με ταχύτητα τριγύρω  από το γύρισμα και τους μετανάστες κομπάρσους που δούλευαν μαζί μας. Πλησίασαν και ρώτησαν αν οι μετανάστες μας έχουν χαρτιά. Και τότε η παραγωγός Ελένη Κοσυφίδου πήγε και τους είπε ότι είναι μια διεθνής- Γαλλική συμπαραγωγή και κάπως μαζεύτηκαν. Όλα αυτά το 2013, λίγους μήνες πριν τη σύλληψη των ηγετών τους. Τότε τους βλέπαμε παντού.

Αλλά και πριν, από το 2003-4, είχαμε περιπτώσεις παιδιών που σύχναζαν σε πάρκα όπως στο πεδίο του Άρεως, όπου ναζί με διακριτικά της Χρυσής Αυγής στα ρούχα τους παραμόνευαν και τους πλάκωναν στο ξύλο. Τότε πρώτη φορά μάθαμε την ύπαρξή τους.

Και μια και λέγαμε για την Ιστορία προηγουμένως, μου θυμίζει κάτι άλλο, την απελευθέρωση των στρατοπέδων συγκέντρωσης από τους ναζί, όταν οι μόνοι κρατούμενοι που οδηγήθηκαν και πάλι στη φυλακή ήταν οι άνθρωποι με τα ροζ τρίγωνα, οι οποίοι συνέχισαν να εκτίουν την ποινή τους.

Έλεγες πριν το εξής: Η ταυτότητά μου περνάει μέσα απ΄τη δουλειά μου κι αυτό είναι οι ταινίες μου. Έχεις σκεφτεί ποιό είναι το ακροατήριο σου; Είναι η κοινότητα; Είναι ένα πιο mainstream ακροατήριο;

Π.Κ.: Όχι! Από την πρώτη φράση που θα γράψω για ένα σενάριο μέχρι την σκηνή που θα γυρίσω, σκέφτομαι τον άλλο, τον θεατή, είτε είναι η μητέρα μου, ο γκόμενός μου, η κολλητή μου, ο φούρναρης, εσύ, πάντα σκέφτομαι τον άλλο, μπορεί να μην πετυχαίνω πάντα, σίγουρα δεν είμαι ευρείας αποδοχής, κάνω ταινίες γι’αυτούς που ξέρω και αγαπώ, ποτέ για τον εαυτό μου.

Δεν είναι ακριβώς έτσι, για να σε ιντριγκάρω λίγο, στην Ελλάδα έχεις αποκτήσει ευρύτερο ακροατήριο και στη Γαλλία ακόμη μεγαλύτερο, αλήθεια, πώς το ερμηνεύεις αυτό;

Π.Κ.: Μένω στη Γαλλία από 22 χρονών ήρθα για μεταπτυχιακά μετά τη Μεγ.Βρετανία, δουλεύω εδώ, είναι η δεύτερή μου χώρα η Γαλλία, εδώ (στη Νότια Γαλλία) ήρθε ο πατέρας μου όταν έφυγε από την Αίγυπτο. Όλη μου η οικογένεια κουβαλάει μια ιστορία μετανάστευσης, η μητέρα μου κατάγεται από τον Πόντο, μεγάλωσα σ’ενα σπίτι όπου όλοι θέλαν να επιστρέψουν κάπου αλλού από την Αθήνα.

Εσύ πού θα ήθελες να πας;

Π.Κ.: Παντού και πουθενά. Όπως αναφέρει στο «Ξενία» ο Νίκος Γκέλια, «θα είμαστε παντού ξένοι και παντού σαν το σπίτι μας». Wherever I lay my heart that’s my home.

Η συνέντευξη δόθηκε στην Δήμητρα Κυρίλλου
και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό antivirus (τεύχος 107)

Smart Search Module