Μενού

Greek Retrospect 2024 - Ήταν το 2024 μια καλή χρονιά για το ελληνικό σινεμά;

threads

Καθόλου εύκολη ερώτηση για τίτλο. Πήγε το ελληνικό κοινό στις αίθουσες φέτος; Έκλεισαν περισσότερα σινεμά από όσα άνοιξαν; Τελικά η Ελλάδα στέλνει πρόταση για υποψηφιότητα στα Όσκαρ του 2025; Τουλάχιστον όμως θα δούμε τη Τζολί να παίζει την Κάλλας. Εξετάζουμε συνοπτικά όσα μας έδωσε (κι όσα μας πήρε) το 2024, όσον αφορά στην ελληνική κινηματογραφική πραγματικότητα, με σχετική ψυχραιμία.      

Ελληνικό box-office: Οι Ταινίες

Η «Φόνισσα» της Εύας Νάθενα, είναι η ελληνική ταινία η οποία ξεχώρισε από όλες τις απόψεις για το 2024, αφού τα περισσότερα από 430.000 εισιτήρια που έκοψε, την έθεσαν αδιαφιλονίκητη νικήτρια του εγχώριου box-office. Επιπλέον, το θρίλερ διαρκείας για την διαδικασία πρόκρισης της ελληνικής πρότασης για υποψηφιότητα Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας των Βραβείων της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου, την ανέδειξε ως πρωταγωνίστρια σε ένα άνευ προηγουμένου φιάσκο, πέρα για πέρα ελληνικής έμπνευσης και εκτέλεσης (περισσότερα για αυτό πιο κάτω).

Ακολουθεί στη δεύτερη θέση του box-office, η οικογενειακή κωμωδία των περσινών Χριστουγέννων «Κουραμπιέδες από Χιόνι» του Γιάννη Τσιμιτσέλη, με περίπου 168.000 εισιτήρια και μια τίμια πορεία οκτώ εβδομάδων στις ελληνικές αίθουσες.

Στην τρίτη θέση έρχεται η αναπάντεχη και θεαματική επιτυχία του ψυχολογικού θρίλερ «Μην Ανοίγεις την Πόρτα» των Σάκη και Αλέξανδρου Καρπά, της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας της ομάδας των Unboxholics, με περίπου 143.000 εισιτήρια πανελλαδικά. Και αξίζει προσοχή αυτό εδώ το σημείο, γιατί όχι μόνο η ταινία πρωτοεμφανιζόμενων δημιουργών ξεπερνά σε προσέλευση πολλές από τις ταινίες άλλων γνωστών σκηνοθετών και παραγωγών στο ελληνικό κοινό, αλλά και επειδή εδώ έχουμε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία από influencers, με διανομή σε κινηματογραφική αίθουσα. 

Συνέχεια έχει η προσπάθεια για κινηματογραφική μεταφορά ενός εκ των κορυφαίων έργων την νεοελληνικής λογοτεχνίας, του μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης» του Κώστα Χαραλάμπους, με περίπου 89.000 εισιτήρια. Έχει ενδιαφέρον η διαπίστωση πως ενώ το ελληνικό κοινό στέκεται σκεπτικό και επιφυλακτικό απέναντι στο μeta-weird σινεμά του οποίου τα δείγματα πίπτουν βροχηδόν κάθε χρόνο στην εγχώρια διανομή και στα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο, από την άλλη είναι πολύ έτοιμο να στηρίξει ελληνικές ταινίες οι οποίες προσφέρουν μια πιο απλή γραμμική και παραδοσιακή αφήγηση, ανεξαρτήτου καλλιτεχνικής αξίας. Επιβεβαιώνεται δηλαδή από τα νούμερα η εντύπωση πως «θα πάει καλά» οτιδήποτε επιχειρεί να μας θυμίσει κάτι από το ιστορικό ή το μυθιστορηματικό, συλλογικό μας παρελθόν.

Τέλος, το top 5 του ελληνικού box-office συμπληρώνει το νοσταλγικό δράμα «Νυχτερινός Εκφωνητής» του Ρένου Χαραλαμπίδη με περίπου 22.000 εισιτήρια. Μια παραγωγή που κατά δήλωση του δημιουργού της (μαζί με το «Καλοκαίρι της Κάρμεν» του Ζαχαρία Μαυροειδή, θα προσθέσουμε εμείς), έσωσε το φετινό καλοκαίρι του ελληνικού σινεμά, όπως φαίνεται να γίνεται κάθε καλοκαίρι στην μετά πανδημίας εποχή, μία ελληνική ταινία να τραβάει το κουπί. Και έχει δίκιο ο Ρένος Χαραλαμπίδης, ο οποίος βρέθηκε σε πολλές προβολές της ταινίας του, συνομίλησε με το κοινό, έκανε q&a, έδωσε ραντεβού ξανά στις αίθουσες στα οποία εμφανίστηκε και έδωσε στον κόσμο που γέμισε τις αίθουσες κάτι που δείχνει να αναζητά: την αλληλεπίδραση, την κουβέντα, την σύνδεση.

Σημειώνεται πως η ταινία «Υπάρχω» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, η ιστορία της ζωής του Στέλιου Καζαντζίδη, δεν έχει κυκλοφορήσει μέχρι την στιγμή που γράφεται το άρθρο.

Αστικά κινηματογραφικά τοπόσημα: Οι αίθουσες

Θα θυμάστε φυσικά πως οι πρώτες μέρες του 2024 μας βρήκαν με κλειστό το Ιντεάλ, ένα σημαντικό κινηματογραφικό τοπόσημο στον αστικού χάρτη του Αθηναίου σινεφίλ, μόνιμου κατοίκου της μονής αίθουσας (σαφώς είδος προς εξαφάνιση). Και δεν ήταν το μόνο. Το Σινέ Αλεξάνδρα, ο τελευταίος χειμερινός κινηματογράφος της Καλλιθέας, ενός από τους πιο πολυπληθείς δήμους της πόλης, έκλεισε πριν την Μεγάλη Εβδομάδα. Το Παλλάς, ένας από τους πιο ιστορικούς κινηματογράφους της Αθήνας, σημείο αναφοράς και συνάντησης για όλο το Παγκράτι (και όχι μόνο), έκλεισε κι αυτό την άνοιξη που μας πέρασε, με σκοπό να γίνει σούπερ-μάρκετ. Το Ατλαντίς στη Δάφνη, δεν άνοιξε με την έναρξη της χειμερινής περιόδου, χωρίς να είναι γνωστό ή να υπάρχει κάποια επίσημη ανακοίνωση, αν θα συνεχίσει ή όχι.

Τα χειμερινά σινεμά λιγοστεύουν, γίνονται σούπερ-μάρκετ, πολυχώροι εκδηλώσεων ή στην καλύτερη περίπτωση θέατρα. Καμιά φορά τη γλιτώνουν φθηνά, με ένα rebranding. Είναι απώλεια πολιτιστικής μνήμης η αλλαγή ονόματος των κινηματογράφων της Αθήνας, ή μήπως είναι μια γενναία ύστατη προσπάθεια διάσωσης της arthouse αίθουσας -κι άλλο είδος προς εξαφάνιση- με ένα ελαφρύ lifting;  Η Ανδόρα μετονομάστηκε σε Newman και η Αλεξάνδρα σε Cinobo Πατησίων. Αίθουσες με 50 και βάλε έτη λειτουργίας. Ποια είναι η συνέχεια σε αυτόν τον δημόσιο διάλογο; Ένα είναι το σίγουρο. Ο κινηματογραφικός χάρτης αλλάζει, όπως αλλάζει γοργά και αυτή η πόλη. Καθώς ο αστικός εξευγενισμός και ο ήδη υψηλός τουρισμός αυξάνονται, το πολιτισμικό αποτύπωμα της Αθήνας αποδυναμώνεται, καθώς χάνει ένα ένα τα σημεία αναφοράς της.

Σε μια πόλη που φαίνεται να απευθύνεται όλο και λιγότερο στους πολίτες της και περισσότερο στους επισκέπτες, όπου τα ενοικιαζόμενα βραχυχρόνιας μίσθωσης, τα ξενοδοχεία και οι χώροι εστίασης ξεπετάγονται σαν τα μανιτάρια, πώς σταματιέται η συνεχόμενη κατρακύλα της κινηματογραφικής επιχείρησης; Στο μεταξύ τα θέατρα είναι γεμάτα και διανύουν παρατεταμένη περίοδο ανόδου, ενώ τα σινεμά εξακολουθούν να αιμορραγούν και μετά την περίοδο της πανδημίας. Οι 40 περίπου χειμερινές αίθουσες που έχουν απομείνει στην Αθήνα χάνουν επισκέπτες κάθε μέρα, καθώς το σινεμά πανελλαδικά κινείται φέτος στο 25% κάτω από την περσινή χρονιά. Κι ενώ το θερινό φαίνεται να συντηρείται, η χειμερινή αίθουσα δείχνει να έχει αντικατασταθεί από την πλατφόρμα, το στρίμινγκ, και την πειρατεία. Ταυτόχρονα, την οδυνηρή απώλεια του κλεισίματος μιας αίθουσας ακολουθεί και η εξίσου επώδυνη παρατήρηση πως οι θεατές δεν πάνε στο διπλανό σινεμά, γιατί δεν υπάρχει πλέον και διπλανό σινεμά, απλά χάνεται αυτό το κοινό από την αίθουσα. Η Καλλιθέα δεν έχει καθόλου σινεμά πλέον. Όταν έκλεισε το Ιντεάλ, δεν πλημύρισε από κόσμο η Όπερα. Απλά μικραίνει η πίτα. Επιπλέον, παρόλο που έχουμε πολλά φεστιβάλ, δράσεις, εβδομάδες προβολών, αφιερώματα και ειδικές προβολές, τα οποία δείχνουν να πηγαίνουν σχετικά καλά, σαν σύνολο δεν φέρνουν γενικά τον κόσμο ξανά στην αίθουσα και μετά την διάρκειά τους.

Εξαίρεση στα παραπάνω είναι τα θερινά σινεμά, τα οποία μάλλον επιβιώνουν αφού φαίνεται να συγκαταλέγονται στην βεντάλια του ολιστικού τουριστικού προϊόντος, πάνω από 100 στον αριθμό στην Αθήνα. Στα καλά νέα της ανασκόπησης, η πολυαναμενόμενη επαναλειτουργία του Cine Paris τον περασμένο Μάιο (να είμαστε και δίκαιοι).

Υποψηφιότητες και σκάνδαλα: Η Φόνισσα

Ήταν 12 Αυγούστου, όταν τα μέλη της Ελληνικής Ακαδημίας έλαβαν κάπως νωρίς το καθιερωμένο, ετήσιο email που ειδοποιούσε για την έναρξη της διαδικασίας επιλογής της πρότασης της Ακαδημίας για το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας για το 2025, το άνοιγμα της πλατφόρμας της Ακαδημίας όπου τα μέλη μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις υποψήφιες ταινίες, τους μοναδικούς κωδικούς τους για την πρόσβαση στην πλατφόρμα και τις ημερομηνίες της ψηφοφορίας από 22 έως 25 Αυγούστου. Τίποτα από όλα αυτά δεν μας προϊδέαζε για το τί θα επακολουθούσε.

Εν τάχει και χωρίς να επαναλάβουμε σε βάθος όλο το χρονικό του πρωτοφανούς σκανδάλου (έχουν γραφτεί δεκάδες άρθρα εξάλλου), μετά από εβδομάδες περιπετειώδους οδύσσειας που περιλάμβαναν -χωρίς υπερβολή-, αιφνιδιαστικές ακυρώσεις επιτροπών, παραιτήσεις μελών, μαζική απόσυρση ταινιών από την διαδικασία, ειδικές ερωτήσεις της Ακαδημίας,  ακατανόητες εξηγήσεις από τους υπεύθυνους, δημόσιες διαμαρτυρίες των σωματείων του χώρου, αποπροσανατολιστικές επικοινωνίες, κόντρα παραιτήσεις, μείωση του θεσμού και γελοιοποίηση της εγχώριας κινηματογραφικής κοινότητας, αυτό που έμεινε τελικά όρθιο (μα όχι αλώβητο) ήταν η μία και μόνη ταινία, η οποία δεν αποχώρησε από την διαδικασία και η οποία προκρίθηκε από την γνωμοδοτική επιτροπή του Υπουργείου Πολιτισμού, ως η επίσημη πρόταση της Ελλάδας για το Βραβείο Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας για το 2025. Η Φόνισσα.

Μετά από όλο αυτό το σήριαλ, ίσως το σημαντικότερο σημείο προσοχής, είναι πως αξίζει τον κόπο το Υπουργείο Πολιτισμού να παραχωρήσει/αναθέσει την ευθύνη και το τρέξιμο της διαδικασίας στην Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, πρώτον για την αποφυγή τέτοιων μελλοντικών εξευτελιστικών αυτογκόλ, δεύτερον για την αναβάθμιση και ενίσχυση του κύρους του πιο σχετικού με τη διαδικασία φορέα στην Ελλάδα (θυμίζουμε πως ναι μεν το Υπουργείο είναι αυτό που υποδείκνυε ως τώρα την ελληνική πρόταση προς τα Βραβεία Όσκαρ, πάντα ευθυγραμμιζόταν με την πρόταση της Ακαδημίας, δε) και τρίτον γιατί όπως και να το κάνουμε το ανάλογο, ομότιμο όργανο της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου στη χώρα μας, είτε μας αρέσει είτε όχι, είναι η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου και όχι το Υπουργείο Πολιτισμού, δεν ζητά την ελληνική πρόταση για υποψηφιότητα στα Όσκαρ, το Bureau of Educational and Cultural Affairs.

Και άλλες περιπέτειες: Διεθνείς παραγωγές στην Ελλάδα, ενιαίος φορέας ΕΚΚΟΜΕΔ και ποσόστωση

Αμείωτο φαίνεται να παραμένει το ενδιαφέρον των διεθνών κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών για την Ελλάδα ως τοποθεσία γυρισμάτων και φέτος, όπως άλλωστε παρατηρείται την τελευταία πενταετία περίπου. Στις αίθουσες έχει ήδη κυκλοφορήσει προσφάτως η «Επιστροφή» (“The Return”) του Ουμπέρτο Παζολίνι, μια διασκευή του τελευταίου μέρους της Οδύσσειας με την Ζιλιέτ Μπινός και τον Ρέιφ Φάινς, ενώ η πολυαναμενόμενη βιογραφία της Μαρίας Κάλλας, “Maria” του Πάμπλο Λαραΐν με την Αντζελίνα Τζολί κυκλοφορεί στις 5/12. Γυρίσματα και των δύο παραγωγών ως γνωστόν, έγιναν στη χώρα μας πέρσι.

Να θυμίσουμε στους λιγότερο παρατηρητικούς την σκηνή καταδίωξης του “Argylle” στην Σαντορίνη, αλλά και τη βιογραφική σειρά “So Long, Marianne” για την ζωή του Λέοναρντ Κόεν και της Μαριάν Ιλέν με γυρίσματα (πού αλλού;) στην Ύδρα. Επίσης, το “Killer Heat” του Φιλίπ Λακότ σε σενάριο Τζο Νέσμπο γυρισμένο στην Κρήτη και να μην ξεχάσουμε να βάλουμε στο τραπέζι και το διεθνούς βεληνεκούς πλέον “Maestro” του Χριστόφορου Παπακαλιάτη.

Φέτος η χώρα μας φιλοξένησε τα γυρίσματα του δεύτερου κύκλου της επιτυχημένης νορβηγο-ισραηλινής σειράς του Netflix “The Girl from Oslo”, τη βιβλική ιστορική σειρά “House of David” η οποία αναμένεται από την Amazon Prime Video στο πρώτο μισό του 2025 και την δραματική σειρά “Kabul”, μία ευρωπαϊκή συμπαραγωγή όπου συμμετέχει και η Cosmote TV. Τέλος, έχουμε και την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Ρομέν Γαβρά “Sacrifice”, η οποία ξεκίνησε πρόσφατα γυρίσματα σε Ελλάδα και Βουλγαρία.

Γίνονται πράγματα συνεπώς στην Ελλάδα και πώς να μην γίνονται, με 40% επιστροφή επένδυσης (cash rebate) και 30% φοροαπαλλαγή (tax relief) σε παραγωγές οπτικοακουστικών έργων που επιλέγουν την Ελλάδα για γυρίσματα ή post-production, προγράμματα εκπτώσεων για τα οποία αρμόδιος είναι ένας νέος δημόσιος φορέας για οπτικοακουστικές παραγωγές στην Ελλάδα, με στόχο την προσέλκυση νέων διεθνών επενδύσεων στη χώρα μας.

Συγκροτήθηκε επομένως, μέσα στην χρονιά που ακόμη διανύουμε, μετά κόπων και βασάνων ο νέος ενιαίος φορέας ΕΚΚΟΜΕΔ (Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων και Δημιουργίας), μετά την ψήφιση του νόμου για την συγχώνευση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και του ΕΚΟΜΕ. Γνωστοποιήθηκε το Δ.Σ. και δημοσιοποιήθηκε η επίσημη ανακοίνωση συγκρότησής του. Ο νέος φορέας ανακοίνωσε πρόσφατα εγκρίσεις και προεγκρίσεις προτάσεων στο πλαίσιο των επιλεκτικών προγραμμάτων του. Μια αναγνωρισμένη γενικά ως θετική εξέλιξη, η οποία ωστόσο έχει εγείρει άπειρες ανησυχίες, αντιδράσεις και θόρυβο στην ελληνική κινηματογραφική κοινότητα.

Τέλος, από τα ωραία που ακούσαμε φέτος ήταν και η περιβόητη υποχρεωτική ποσόστωση ελληνικής μουσικής στον οπτικοακουστικό τομέα. Ένα πρωτοφανούς έμπνευσης νομοσχέδιο του Υπουργείου Πολιτισμού για την ενίσχυση του ελληνικού τραγουδιού και της ελληνικής μουσικής με τίτλο: «Μέτρα για τη διαφύλαξη και την ανάδειξη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, την προστασία και ενίσχυση του ελληνόφωνου τραγουδιού και της ορχηστρικής μουσικής απόδοσης του ελληνόφωνου τραγουδιού και την προστασία και διάχυση της ελληνικής γλώσσας, στο πλαίσιο της διαφύλαξης και ανάδειξης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς». Με λίγα λόγια μια διάταξη για (υποχρεωτικά ή δημιουργώντας κίνητρα) ποσοστό ελληνόφωνου τραγουδιού ή ορχηστρικής μουσικής στο ραδιόφωνο, κοινόχρηστους χώρους αεροδρομίων, ξενοδοχείων, κλπ., και σε δημόσια χρηματοδοτούμενες οπτικοακουστικές παραγωγές. Ασχολίαστο.

Ας κλείσουμε ωστόσο με κάτι αισιόδοξο. Ίσως το καλύτερο νέο για το 2024 είναι πως μπορείς πλέον κι εσύ όπως κι εγώ, να ακολουθήσεις τον Φράνσις Φορντ Κόπολα στο Letterboxd, το social medium των σινεφίλ. Αυτή ήταν η συνοπτική ανασκόπηση του 2024 για τον ελληνικό κινηματογράφο. Ευχόμαστε η νέα κινηματογραφική χρονιά να είναι συναρπαστική, πλούσια και να ανταμείψει όσους το αναζητήσουν.

Καλό 2025!

Φωτεινη Αλευρά
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα athensvoice.gr

Smart Search Module