Μενού

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΜΠΟΤΖΑΝΓΚΛΣ - Αλέξης Δερμετζόγλου

«Ούτε να το σκέφτεσαι. Αυτή η γυναίκα θα σου πάρει τα μυαλά!», συμβουλεύει ένας φίλος τον  Ζορζ, που μαγεύεται από την σαγηνευτική Καμίλ, βλέποντάς την μια μέρα να χορεύει. Όμως ο Ζορζ δεν ακολουθεί τη συμβουλή του. Παραδίδεται άνευ όρων σε έναν παθιασμένο έρωτα,  που συνεχίζεται αμείωτος και μετά τη γέννηση του παιδιού τους. Ο μικρός τους γιος βιώνει την αντισυμβατική καθημερινότητα των εκκεντρικών γονιών του, που μοιάζει ακατανόητη για τους συμμαθητές του. Κάθε βράδυ χορεύουν το αγαπημένο τους τραγούδι «Mr Bojangles» της Νίνα Σιμόν. Όμως οι ξέφρενες γιορτές, οι χοροί, τα παιχνίδια και η αχαλίνωτη φαντασία, αυτή η καθημερινή δίνη ποίησης  που παρασύρει και τους τρεις μακριά από κάθε τι πρακτικό και πεζό,  έχει και μια άλλη πλευρά, πιο σκοτεινή. Όταν η Καμίλ σταδιακά βυθίζεται σε αυτήν χωρίς κανένα «δίχτυ» ασφαλείας, τα πράγματα χάνουν τη λάμψη τους. Και, αίφνης, μπαμπάς και γιος πρέπει να αντιμετωπίσουν μια απίστευτα σκληρή πραγματικότητα.

Ο Ρεζί Ρουανσάρ διασκευάζει το μπεστ σέλερ «Μου χαρίζετε αυτό το χορό;» του Ολιβιέ Μπουρντό (εκδόσεις Στερέωμα),

1562 1

Η ταινία διαδραματίζεται τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, και η αφήγηση γίνεται υπό το πρίσμα του πατέρα σε αντίθεση με το βιβλίο που γίνεται υπό το πρίσμα του παιδιού.

«Ακόμα και σήμερα το βιβλίο αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι πολύ για την αγάπη», σημειώνει ο σκηνοθέτης. «Πόσο μακριά μπορούμε να πάμε για τον άνθρωπο που αγαπάμε; Αλλά και για το τι σημαίνει να είσαι γονιός. Με έναν τρόπο διηγούμαστε και μέρος της δικής μας ιστορίας όταν κάνουμε μια ταινία και καθώς είμαι πατέρας κι έχω μακροχρόνια σχέση με μια γυναίκα που με αγαπά και την αγαπώ, αναρωτήθηκα πώς θα αντιδρούσε η κόρη μου, όταν θα μεγάλωνε, εάν τελικά αναλάμβανα να γυρίσω αυτήν την ταινία. Μήπώς θα μας ταύτιζε με αυτούς του δύο εραστές; Η γυναίκα μου με καθησύχασε… Και πράγματι κατάλαβα πώς μπορείς τελικά να γυρίσεις μια ταινία με την προσωπική σου ματιά, χωρίς όμως να ταυτίζεσαι με τους ήρωες».

Το βιβλίο δεν το έχω διαβάσει  αλλά αντιλαμβάνομαι πως θα το κατέτασα  στο ενήλικο κόμικ  με αποκλίσεις προς τις γκόθικ-νουβέλες. Για να «ξεμπερδέψει» κανείς στα εύκολα, μπορεί –χωρίς λάθος- να γράψει πως έχουμε μια  feelgood  ταινία «μαγικού ρεαλισμού». Και τι σημαίνει αυτό για τους πολλούς ,παρά μια συγγένεια με την «Αμελί» που είναι σωστή, μια και βασικά η πρωταγωνίστρια είναι σαφώς «πειραγμένη» και διαταραγμένη. Ωστόσο εμένα άλλα με συναρπάζουν σ΄αυτή την υπέροχη ταινία, που αδοκίμως πιθανόν να καταγραφεί  ως «μια ακόμα  δημιουργία της ενηλικίωσης». Είναι το ελεύθερο μοντάζ ,η τεχνητά «ασυνάρτητη» γραφή, οι ελεύθεροι συνειρμοί ,οι αφηγηματικές ελλείψεις ,οι σουρεαλιστικές απεικονίσεις ,το αίνιγμα της ίδιας της κατασκευής.

1562 4

Φυσικά η εξέταση θεμάτων  γύρω από το τι είναι ζωή, αγάπη και στόχοι του βίου, είναι καλοδεχούμενη, αλλά επιλέγω αυτή τη μεταφυσική αύρα ,τη διαχείριση της υλικότητας του κόσμου, που είναι αδύνατον να τον αποδεχθείς χωρίς κάποια εφευρήματα.

Μ΄ αρέσει το σχόλιο για την αθανασία, την αιωνιότητα, τη συμπαντικότητα, το ανήκειν («δεν ανήκουμε σε κανένα, ανήκουμε στον κόσμο» ακούμε)

Ο τίτλος είναι από το ομώνυμο  τραγούδι της τόσο αγαπημένης στη Γαλλία Νίνα Σιμόν και το φίλμ, άψογο  κατασκευαστικά, είναι θαυμάσιο. Να μην αγνοηθούν οι αναφορές και οι ομοιότητες με το «Μια γυναίκα εξομολογείται» του Κασσαβέτις. Εξ άλλου η όμορφη Βελγίδα ηθοποιός Βιρζινί Εφιρά κάνει το παν να προσομοιώσει ακόμα και το χυμώδες στιλ της Τζένα Ρόουλαντς.

Συνιστώ ΙΣΧΥΡΑ στους σινεφίλ που θα δουν την ταινία να πληροφορηθούν αναλυτικά περί τόνος πρόκειται. Αν περιμένουν «εύκολη» ανέμελη  κωμωδία, ας πάνε κάπου αλλού .Βασικά, το σινεμά δεν οφείλει ΤΙΠΟΤΑ σε κανέναν αλλά όλοι μας του οφείλουμε ΠΟΛΛΑ.

Αλέξης Δερμετζόγλου
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα kemes.wordpress

Smart Search Module